Η Θεία Λειτουργία θά πρέπει νά ἔχει ἠρεμία, προσοχή, ἀφοσίωση,
ἔμπνευση (κατά τόν π. Σωφρόνιο τοῦ Essex). Κυρίως γιά τό λειτουργό ἱερέα.
Γι’ αὐτό χρειάζεται περιβάλλον πού δέν θά τόν διασπᾶ:
μάζεμα λογισμῶν ἀλλά καί σέ ἀναγκαῖες ὧρες ἡ παρουσία τοῦ λαϊκοῦ στό ἱερό.
Τότε ἔρχεται καί μένει ὡς ἠρεμία, ἀνάπαυση.
π. Ἀνδρέα Ἀγαθοκλέους
Σχόλιο στό Ευαγγέλιο τῆς Κυριακῆς Δ΄ Λουκᾶ - Σπορέως
Ἡ παραβολή θά παραμένει πάντα ἡ δυνατότητα νά εἰσχωρήσουμε στό βάθος τῶν λεγομένων καί νά γνωρίσουμε τά μυστήρια τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Μπορεῖ, ὅμως, καί νά μᾶς προφυλάσσει ἀπό τήν κρίση «νά κοιτάζουμε καί νά μή βλέπουμε καί ν’ ἀκοῦμε ἀλλά νά μήν καταλαβαίνουμε». Γιατί «ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν, ἀκουέτω».
Ἡ ἑρμηνεία τῆς παραβολῆς τοῦ Σπορέως δίνεται ἀπό τόν ἴδιο τό Χριστό, ὄχι συνηθισμένο φαινόμενο. Ὁ σπόρος εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι τόν σπέρνουν ἔχουν εὐθύνη μόνο νά τόν μεταδίδουν γνήσιο, χωρίς ψεγάδι, ἀληθινό καί πράγματι νά εἶναι «λόγος Θεοῦ».
Ἡ εὐθύνη τοῦ πόσο θά καρποφορήσει στίς καρδιές - χωράφι τῶν ἀκουόντων, βαραίνει τόν καθένα. Ἔτσι, ὑπάρχουν ὅσοι τόν δέχονται «παρά τήν ὁδόν» ἀλλά «ἔρχεται ὕστερα ὁ διάβολος καί τόν παίρνει ἀπ’ τίς καρδιές τους, γιά νά μήν πιστέψουν καί σωθοῦν». Δέν ἀντιστέκονται στό λογισμό πού ὑποτιμᾶ τό λόγο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί δέν τόν θεωρεῖ σημαντικό γιά τόν ἄνθρωπο.
Ὅσοι μοιάζει ἡ καρδιά τους μέ πετρῶδες ἔδαφος, δέχονται τό λόγο τοῦ Θεοῦ μέ χαρά ἀλλά, ἐπειδή δέν ἔχουν ρίζες βαθειές, εὔκολα στίς δοκιμασίες - πού εἶναι εὐκαιρίες γιά καλλιέργεια – τά ἐγκαταλείπουν ὅσα ἀποφάσισαν νά ἐφαρμόσουν.
«Τό δέ εἰς τάς ἀκάνθας πεσόν» ἀφορᾶ ὅσους πνίγονται ἀπό τίς μέριμνες, τά πλούτη καί τίς ἡδονές τῆς ζωῆς καί τελικά δέν καρποφοροῦν.
Εἶναι, ὅμως, καί αὐτοί πού ἡ καρδιά τους εἶναι «καλή καί ἀγαθή», γι’ αὐτό δέχονται τό λόγο τοῦ Θεοῦ, «τόν φυλᾶνε μέσα τους καί καρποφοροῦν μέ ὑπομονή».
Δέν εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ τοῦ κόσμου τούτου λόγος, πού ἔρχεται καί παρέρχεται. Ἡ ἐφαρμογή του καθορίζει τήν αἰώνια πορεία τῆς ὕπαρξής μας καί μᾶς χαροποιεῖ.