Δέν εἶναι πάντα ἀρνητικό νά μήν βρίσκεις ἄνθρωπο νά συναντηθεῖς,
νά μιλήσεις, νά κάνεις παρέα, κι ἄς τό θέλεις πολύ.
Μπορεῖ νά ’ναι εὐκαιρία γιά νά συναντηθεῖς μέ τόν κρυμμένο ὡραῖο ἑαυτό σου,
γιά νά ἐκδηλώσει τά χαρίσματά του καί νά ἀναδυθεῖ ἡ ἀνάπαυση.
π. Ἀνδρέα Ἀγαθοκλέους
Σχόλιο στό Ευαγγέλιο τῆς Κυριακῆς Ζ΄ Λουκᾶ
Ἕνας «ἄρχων τῆς Συναγωγῆς» ταπεινώνεται, πέφτει στά πόδια τοῦ Ἰησοῦ, γιά τό παιδί του πού ὁδεύει πρός θάνατον. Σέ ὁριακές στιγμές τῆς ζωῆς δέν ἐνεργεῖς μέ τό λογικό, δέν κρύβεσαι, δέν δείχνεις ἄλλον ἑαυτόν.
Ἐκεῖ πού δέχεται τήν παράκληση ν’ ἀσχοληθεῖ μαζί του, νά «εἰσέλθει εἰς τόν οἶκον αὐτοῦ», ὁ Ἰησοῦς προσκαλεῖται νά θεραπεύσει τή γυναῖκα πού γιά δώδεκα χρόνια ταλαιπωρεῖται στούς γιατρούς. Βέβαια, ἡ ταλαιπωρία δέν ἦταν μόνο ἰατρική ἀλλά καί κοινωνική.
Τό Ἰουδαϊκόν περιβάλλον δέν ἀνέχετο τή γυναῖκα πού εἶχε τα ἔμμηνά της. Ὡς «ἀκάθαρτη» δέν συμμετεῖχε στά κοινά κι ὡς γυναῖκα ἦταν ὑποδεέστερη.
Πλησιάζει Αὐτόν πού ἔχει τή δύναμη καί τήν ἀγάπη νά τήν ἐλευθερώσει ἀπό ὅ,τι τῆς προκαλοῦσε θλίψη καί δυσφορία. Κι ἄς συναντοῦσε ἐμπόδια ἀπό τούς γύρω.
Δέν κατορθώνεται ἡ ἐλευθερία, ἡ χαρά καί ἡ θεραπεία χωρίς κόπο καί πόνο. Τό «πλησίασμα» στό Χριστό, μέ τήν προσευχή καί τά μυστήρια, θέλει ἐπιμονή πού παραπέμπει στήν πίστη καί ὑπομονή πού φέρνει ἡ ταπείνωση.
Κι ὅταν φαίνεται πώς τό «παρακάλιο» στό Θεό τῆς δυνάμεως καί τῆς ἀγάπης δέν ἔχει λόγο - ὁ Ἰάειρος μαθαίνει πῶς «τέθνηκεν ἡ θυγάτηρ» του - καί συνεχίζεις νά εἶσαι κοντά Του ἀκολουθῶντάς Τον, τότε εἶναι πού θά δεῖς αὐτό πού δέν λογαριάζεις.
Πόνος, δάκρυ καί αἷμα ὁ κόσμος «ὅπου γῆς». Δέν ἀδιαφορεῖ ὁ Χριστός, ἀλλά συμπορεύεται. Ἄλλοτε φανερά κι ἄλλοτε μέ τρόπο πού εἶναι ἀκατανόητος γιά τό δικό μας λογικό.
Στήν καθημερινότητα τῆς ζωῆς, μέ τά πάνω καί τά κάτω της, μέ τά ὡραῖα καί τά δύσκολα, εἶναι σημαντικό νά μήν νιώθουμε μόνοι. Ἡ αἴσθηση τῆς παρουσία ἀνθρώπων δίνει δύναμη καί σιγουριά, καί τοῦ ἀοράτου Θεοῦ προκαλεῖ εὐφορία, χαρά καί πληρότητα.