Γερόντισσας Φιλοθέης

Ἡγουμένης Ἱ. Μ. Παναγίας Βρυούλων

Ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη νά γνωρίσουμε τόν ἑαυτό μας, νά τόν ἀγαπήσουμε παρόλα τά ἐλαττώματά μας, νά τόν ἀποδεχτοῦμε. Ἡ πορεία αὐτή δέν εἶναι εὔκολη οὔτε προβλέψιμη. Μοιάζει πραγματικά μέ ἕνα μακρύ καί δύσκολο προσκύνημα, μοιάζει μέ ἀνάβαση σέ δύσβατο βουνό ἤ σάν κατάδυση σέ ἀχαρτογράφητα νερά.

Εἶναι, πράγματι, δύσκολο ἐγχείρημα πού δέν σταματᾶ ποτέ, ἀλλά πραγματικά ἀξίζει νά τό προσπαθήσουμε. Εἶναι ἀπαραίτητο νά γνωρίσουμε τόν ἀληθινό ἑαυτό μας, ὄχι ὅμως γιά νά καλλιεργήσουμε τήν φιλαυτία μας καί νά ἀπομονωθοῦμε ἀπό τήν ἀγαπητική μας σχέση μέ τούς ἀδελφούς μας ἀλλά γιά νά ἀνακαλύψουμε τό ὄμορφο πού κρύβεται μέσα μας ὡς δῶρο τοῦ Χριστοῦ. Εἴμαστε πλασμένοι «κατ’εἰκόνα Χριστοῦ» μέ προοπτική ὅλοι μαζί νά φτάσουμε στό «καθ’ ὁμοίωσιν».

Θά πρέπει νά ἐργαστοῦμε μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε νά ἀνακαλύψουμε τίς δυνάμεις καί τά χαρίσματα πού κρύβουμε μέσα μας ὡς δῶρα Θεοῦ καί νά ἀγωνιστοῦμε νά τά καρποφορήσουμε. Ἔτσι θά γνωρίσουμε, θά ἀγαπήσουμε, θά ἀποδεχτοῦμε τόν ἑαυτό μας καί στήν συνέχεια θά ἀγαπήσουμε καί θά ἀποδεχτοῦμε καί τούς συνανθρώπους μας, καί θά ἀποδεχτοῦμε καί θά ἀγαπήσουμε καί τό ἀρχέτυπό μας, τόν Χριστό.

Γιά νά φτάσουμε, ὅσο μποροῦμε, στήν ἀληθινή γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας, θά πρέπει νά στραφοῦμε στήν «βαθεῖα καρδία», στόν ἐνδότερο ἑαυτό μας, στό βάθος τῆς ὑπάρξής μας, ἐκεῖ πού ἑνώνεται ὁ νοῦς μέ τήν καρδιά. Θά πρέπει νά στρέψουμε τήν προσοχή μέσα μας, χωρίς περισπασμούς καί φασαρίες, νά μείνουμε δηλ. λίγο μόνοι μέ τόν ἑαυτό μας καί νά τόν ἐξετάζουμε προσεχτικά.

Αὐτή ἡ αὐτομεμψία θά μᾶς βοηθήσει καί νά ἐλέγχουμε καθημερινά τά λόγια καί τίς πράξεις μας, ἀλλά καί μᾶς προφυλάσει ἀπό τόν μεγάλο πειρασμό τῆς κρίσης καί τῆς κατάκρισης τῶν ἄλλων. Ἐπίσης, ἡ αὐτογνωσία μᾶς βοηθᾶ νά γνωρίσουμε καί νά ἀγαπήσουμε τόν δημιουργό μας, τόν μόνο ἀληθινό Θεό.

Αὐτός ὁ ἀγώνας θέλει πολύ κουράγιο καί θέληση, θέλει εἰλικρίνεια ἀπέναντι στόν ἑαυτό μας καί ἀπέναντι στόν Χριστό. Ἀναγνωρίζοντας τά πάθη καί τά λάθη μας καλούμαστε νά σταθοῦμε μπροστά στόν Χριστό καί νά τοῦ ζητήσουμε βοήθεια γιά νά θεραπευτοῦμε. Ἀπό μόνη της ἡ αὐτογνωσία δέν ἀποτελεῖ αὐτοσκοπό οὔτε αὐτοθεραπεία. Μᾶς βοηθᾶ ὅμως πολύ μέ τήν προοπτική ὅτι στό τέλος τοῦ δρόμου ὑπάρχει ἡ ἐλπίδα ἡ ὁποία δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ πού «θεραπεύει τά ἀσθενοῦντα καί ἀναπληρώνει τά ἐλλείποντα».

Κάνοντας, λοιπόν, αὐτήν τήν συστηματική ἐργασία στόν ἑαυτό μας, καί πάντα μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀποφεύγουμε τίς τρομερές παγίδες καί τά λάθη στά ὁποῖα μπορεῖ νά ὁδηγηθοῦμε καί νά παρασύρουμε καί ἄλλους, ὅταν ἔχουμε καί προβάλλουμε μία ψεύτικη εἰκόνα τοῦ ἑαυτοῦ μας. Γινόμαστε πιό συνεργάσιμοι, πιό εἰρηνικοί, πιό καταδεκτικοί, πιό ἀνθρώπινοι. Σεβόμαστε καί ἀποδεχόμαστε καί τούς συνανθρώπους μας ὅπως θέλουμε νά μᾶς ἀποδέχονται καί ἐκεῖνοι, σεβόμαστε καί τό περιβάλλον, ἀφοῦ ὅλα ἀποκτοῦν μία ὀμορφιά καί μία ἱερότητα.

Καί ἀκόμη καί ἄν δέν τά καταφέρουμε νά γνωρίσουμε ἐντελῶς τόν ἑαυτό μας δέν πειράζει. Ἀρκεῖ νά γνωρίσουμε καί νά παλέψουμε μέ ἐκεῖνο τό κομμάτι τοῦ ἑαυτοῦ μας πού γίνεται ἀφορμή νά ἀδικοῦμε καί νά πληγώνουμε καί ἐμᾶς τούς ἴδιους ἀλλά καί τούς ἄλλους ἀνθρώπους.

 

 

 

 

Subscribe to Email