Ραφαήλ Χ. Μισιαούλη
Δεν ήταν λίγες οι φορές που ο όσιος Γεώργιος ο Καρσλίδης συλλειτουργούσε με Αγίους. Ευλαβείτο υπερβολικά και τιμούσε την Υπεραγία Θεοτόκο. Ήταν συχνή και σημαντική η παρουσία των Αγίων στη ζωή του. Έλεγε με απλότητα «σπάνια λειτουργώ μόνο μου». Απέφευγε συνήθως να λειτουργεί με ιερείς, τους οποίους δεν τους γνώριζε καλά. Η Θεία Λειτουργία και η Θεία Μετάληψη ήταν το πιο κεντρικό και σημαντικό στη ζωή του.
Έξω στον δρόμο ήταν πάντα ευδιάθετος και χαρούμενος, μέσα στην εκκλησία ήθελε απόλυτη ησυχία και έλεγε «άξιος ο λειτουργός του υψίστου». Ακόμη και στον Εσπερινό ήταν όλοι όρθιοι. Ήταν πολύ αυστηρός στα θέματα της πίστης και έλεγε «την ώρα της Θείας Κοινωνίας να σηκώνουμε τα παιδιά ,δεν πρέπει να σκύβει ο Ιερέας κρατώντας τον Χριστό. Επίσης δεν κοινωνούσε ανεξομολόγητους.
Ο όσιος Γεώργιος δεν προσπαθούσε να προσελκύσει κόσμο και να αποκτήσει πολλά πνευματικά τέκνα, που ίσως στις ημέρες μας να βλέπουμε σποραδικά τέτοιου είδους περιστατικά. Δεν επιθυμούσε καθόλου δόξες, τιμές και μεγαλεία. Δεν ήθελε πλήθη να τον κολακεύουν, επαινούν και ακολουθούν. Μάλιστα, όταν έβλεπε ότι δεν είναι ιδιαίτερα πρόθυμοι να τηρήσουν τους λόγους του, τους έστελνε σε διάφορους άλλους πνευματικούς.
Το λειτούργημα του πνευματικού το θεωρούσε υπεύθυνο, ότι είχε λόγο να δώσει στον Θεό για όλα, και δεν επέτρεπε στον εαυτό του εύκολες «οικονομίες». Προτιμούσε να τον πουν σκληρό, παράξενο, αυστηρό, ιδιότροπο, αφιλάνθρωπο και υπερβολικό, παρά να παραβεί τους Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας.
Η δίκαιη αυστηρότητά του μεγάλωνε, όταν παρατηρούσε πεισματική κι εγωιστική αμετανοησία κι εμπάθεια. Τότε προσπαθούσε να φαίνεται ιδιαίτερα αυστηρός και σκληρός, μήπως με τον τρόπο αυτό διορθώσει τη σκληροκαρδία του εξομολογουμένου. Πολλές φορές δοκίμαζε με διάφορους τρόπους την υπομονή κι επιμονή του προσερχομένου, για να συνδράμει καλύτερα στη μετάνοιά του. Τα πάντα χρησιμοποιούσε ο όσιος, κατά την αποστολική διδαχή, για να κερδίσει τα χαμένα πρόβατα[1]. Έβλεπε τις ψυχές από μακριά σαν σε ανοικτό βιβλίο.
Διέθετε εξαιρετικά ισχυρό διορατικό και προφητικό χάρισμα. Διέβλεπε την ταυτότητα, το παρελθόν και τις ανάγκες των προσκυνητών του μοναστηριού του, αντιλαμβανόταν γεγονότα από χιλιόμετρα μακριά, ασθενείς θεραπεύονταν μέσω της προσευχής του κ.λ.π., ενώ μαρτυρούνται συγκλονιστικές οπτασίες και επαφές του με ιερά πρόσωπα, όπως ο άγ. Ιωάννης ο Πρόδρομος. Σε περιόδους όπου το μοναστήρι του δεχόταν μεγάλες ομάδες προσκυνητών, που περνούσαν με τη σειρά και ασπάζονταν τον άγιο, παίρνοντας την ευλογία του, συνέβαινε να σταματήσει ο άγιος κάποιον και να τον ρωτήσει: «Εσύ τον φοβάσαι το Θεό;». «Βεβαίως και τον φοβάμαι» απαντούσε κατά κανόνα ο επισκέπτης. «Αν Τον φοβόσουν», έλεγε ο άγιος, «δε θα είχες κάνει αυτό, ή εκείνο» και του αποκάλυπτε σοβαρά αμαρτήματα, αδικίες κατά των συγγενών του ή των ανήμπορων γερόντων του σπιτιού του, ακόμη και κρυφά εγκλήματα.
Μερικές από τις συμβουλές του ήταν οι εξής:
α) «αν είσαι μαλωμένος, δεν έχεις δικαίωμα να πας στη Θεία Κοινωνία, γιατί αν θα κοινωνήσεις, φωτιά θα πάρεις. Θα πας τρεις φορές να τον βρεις και να συμφιλιωθείς μαζί του. Αν σε δεχθεί, καλά· αν όχι, μετά έχεις δικαίωμα να κοινωνήσεις»,
β) συνήθιζε να λέει «ο παπάς όταν λειτουργεί δεν πρέπει να βλέπει άνθρωπο, πρέπει να βλέπει τον εαυτό του και την ψυχή του, πόσους αγγέλους έχει γύρω του. Ποτέ ένας παπάς δεν λειτουργεί μόνος του. Έχει ουράνιο επισκέπτη»,
γ) «Ούτε τα πλούτη να σας κάνουν εντύπωση, ούτε οι δόξες, αλλά πάντοτε να βαδίζετε δίκαια».