Ἡ καταπάτηση τῆς προσωπικότητας τοῦ κάθε ἀνθρώπου
κι ἀκόμα πιό πολύ τοῦ κληρικοῦ - πού εἶναι πατέρας -
γιά νά δικαιωθεῖ ἡ «καλή φήμη» και τό «καλό ὄνομα»
αὐτοῦ /ῶν πού ἔχουν τήν ἐξουσία στά χέρια τους,
δέν ἀποτελεῖ μέγιστη ἁμαρτία;
Δέν σπρώχνει νέους ἀνθρώπους
πού δέν ἔχουν πείρα, πρός τήν ἀθεΐα;
π. Ανδρέα Αγαθοκλέους
Παρατηρώντας τους γύρω μας ανθρώπους, μπορούμε να διακρίνουμε τα βαθύτερα του εαυτού μας, ανάλογα με το με ποια κριτήρια τους βλέπουμε: ο καχύποπτος θα βλέπει κακούς, ο πονηρός πονηρούς, ο συμφεροντολόγος εγωιστές· όπως κι ο απονήρευτος θα τους βλέπει όλους καλούς, ο αθώος αθώους κι αυτός που αγαπά όλους ωραίους.
Αν ο κόσμος εκλαμβάνει την ταπείνωση ως αδυναμία και τον εγωισμό ως αξιοπρέπεια, είναι αυτονόητο ότι το Ευαγγέλιο, που είναι το αντίθετο του κοσμικού φρονήματος, προτείνει έναν άλλο τρόπο σκέψεως και ζωής, αυτόν που ο Χριστός έφερε στον κόσμο μας ως διδασκαλία και βίωμα. Αυτόν τον τρόπο έζησαν οι άγιοι όλων των αιώνων και μας καλούν και μας στον ίδιο δρόμο.
Η εκκοσμίκευση των χριστιανών φαίνεται από την προσπάθειά τους να μεταφέρουν τον κοσμικό τρόπο σκέψεως στη «χριστιανική» τους ζωή. Να συγκεράσουν, δηλαδή, το πνεύμα του κόσμου με το πνεύμα της Εκκλησίας. Η σύγχυση, βέβαια, στο σημείο αυτό είναι αναπόφευκτη και η εσωτερική χαρά και ειρήνη απούσες.
Όμως, είναι αναγκαίο να τονιστεί ότι η Εκκλησία δεν μας καλεί να διαχωρίσουμε τον εαυτό μας από τους ανθρώπους και να αισθανθούμε όπως τους Φαρισαίους, ότι «ουκ εσμέν ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων». Ο διαχωρισμός γίνεται στον τρόπο θεώρησης της ζωής κι όχι στην απόρριψη ή απομάκρυνση από τους ανθρώπους. Γι’ αυτό ο αληθινός χριστιανός πονεί που υπάρχουν άνθρωποι που δεν γνώρισαν και δεν έζησαν ακόμα τη χαρά και την πληρότητα που προσφέρει ο Χριστός, κι αυτός ο πόνος μεταποιείται σε προσευχή, κι η προσευχή σε αγάπη, κι η αγάπη σε σχέση, ενότητα.
Τελικά, το “εμείς και οι άλλοι” δεν είναι παρά σχήμα λόγου. Γιατί εμείς είμαστε οι άλλοι και οι άλλοι εμείς. Όλοι έχουμε την ίδια φύση κι είμαστε παιδιά του ίδιου Πατέρα, είτε το καταλαβαίνουμε είτε όχι. Το «ίνα πάντες εν ώσι», που ο Χριστός απεύθυνε στον ουράνιο Πατέρα Του τη νύχτα στη Γεθσημανή, δείχνει τον πόθο Του, το λόγο του Σταυρού Του, την ευχή Του.
Ο καθένας μας, ως χριστιανός κι ως άνθρωπος, καλείται να πραγματώσει στην προσωπική του ζωή αυτό τον πόθο και την ευχή του Κυρίου, για να βρει αυτό που θέλει στο βάθος και να ολοκληρωθεί ως πρόσωπο που αγαπά και ενώνεται με τους άλλους.