Γέροντα Τρύφωνα του Βάσον

     Μια γυναίκα από την Τακόμα της Πολιτείας Ουάσιγκτον είχε έρθει για διακοπές στην Αθήνα. Κάθε μέρα καθόταν σε μία μικρή καφετέρια κοντά στο ξενοδοχείο, έπινε τον καφέ της και παρατηρούσε τους περαστικούς. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ένας ορθόδοξος ιερέας που περνούσε από κει για να πάει στην ενορία του. Η γυναίκα του χαμογελούσε, ο ιερέας ανταπέδιδε το χαμόγελο και τον χαιρετισμό και συνέχιζε το δρόμο του.

     Μία μέρα, ο ιερέας, ο οποίος μιλούσε αγγλικά, παρατήρησε ότι η Αμερικανίδα ήταν πολύ λυπημένη, γι’ αυτό και πλησίασε το τραπέζι της και τη ρώτησε τι της συμβαίνει. Εκείνη, με δάκρυα στα μάτια, είπε στον ιερέα ότι ο άνδρας της είχε σοβαρά προβλήματα υγείας και ότι φοβόταν για το χειρότερο. Ο ιερέας κάθισε κοντά της και προσευχήθηκε γι’ αυτή και για τον άνδρα της. Κάθε μέρα, την επισκεπτόταν και προσευχόταν για την ανάρρωση του ασθενούς. Πέρασαν μερικές εβδομάδες. Ο σύζυγος ανέρρωσε και επέστρεψε στη χώρα του με τη σύζυγό του.

     Η ξένη κυρία όμως ποτέ δεν ξέχασε τη συμπάθεια του Έλληνα ιερέα. Μοιράστηκε τις σκέψεις της με τον γιατρό της, ο οποίος όμως τυχαίνει να είναι φίλος μου, κι εγώ τώρα τις μοιράζομαι μαζί σας.

     Πόσο αληθινός μαθητής και διάκονος του Κυρίου ήταν εκείνος ο παπάς! Μακάρι κι εμείς σαν κι αυτόν, να συντονιζόμαστε με εκείνους που έχουν ανάγκη και με όσους φέρνει μπροστά μας ο Θεός. Μακάρι να είμαστε πρόθυμοι και ανοιχτοί να φέρνουμε την ίαση σε όσους υποφέρουν, να τους δείχνουμε ότι νοιαζόμαστε γι’ αυτούς και ότι στο πρόσωπό μας θα βρίσκουν ένα φίλο την ώρα της ανάγκης, της θλίψης ή της απελπισίας.

Από το βιβλίο Μικρά Εωθινά

Subscribe to Email