Γιώργου Κυπριανού

Συνήθως, όταν ταξιδεύουμε στο εξωτερικό, μας δίνεται η ευκαιρία να γνωρίσουμε άλλους τόπους και κυρίως άλλους ανθρώπους. Παρατηρούμε συνήθειες και νοοτροπίες άλλες από τις δικές μας και μπαίνουμε σε ρυθμούς άλλης καθημερινότητας. Στο τελευταίο μου ταξίδι, απρόσμενα, παρατήρησα κάτι που μου κίνησε πρώτα τον θαυμασμό και μετά την περιέργεια.

Η συγκεκριμένη πόλη και η χώρα γενικά ήταν ταυτισμένες στο μυαλό μου από την εκεί πολυετή παραμονή μου με μια έντονη νευρικότητα στις συμπεριφορές των κατοίκων, αφιλόξενους στις συναλλαγές και στις εξυπηρετήσεις τους, με αντίδραση σε όποια παράκληση για διευκόλυνση και βοήθεια και γενικά με μια δυσάρεστη κατά το πλείστο αντιμετώπιση. Κάπως δικαιολογημένα όμως, λόγω της πολύ δύσκολης οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης της χώρας και της συνεχόμενης πολιτικής αστάθειας και θεσμικής παρακμής. Προς έκπληξή μου, και ομολογώ ότι με βρήκε απροετοίμαστο, καθ ’όλη τη διάρκεια της τελευταίας επίσκεψής μου, όχι μόνο δεν συνάντησα κάποιο από τα προαναφερθέντα αλλά απεναντίας ήρθα αντιμέτωπος με μια αυθόρμητη και καταιγιστική συμπεριφορά ευγένειας, προθυμίας, εξυπηρετικότητας και απλόχερου χαμόγελου.

Ένιωθα φοβερά ευλογημένος και εσωτερικά χαρούμενος κάθε φορά που έπρεπε να μιλήσω με κάποιο κάτοικο της περιοχής. Στην αρχή επιφυλακτικός και σε άμυνα, αλλά στη συνέχεια απελευθερωμένος και χαμογελαστός, με ευχάριστη και θετική διάθεση. Μπορώ να πώ ότι, υποσυνείδητα κατέκρινα ακόμα και τον εαυτό μου, για τη δική μου μέτρια διάθεση ως επισκέπτη, συγκριτικά με τη δική τους ως μόνιμοι κάτοικοι, σε ρουτίνα βιοπάλης. Είχαν κάθε δίκαιο να ήταν τουλάχιστον ψυχροί και απλά εξυπηρετικοί. Κι όμως, ήταν ευδιάθετοι και συνεργάσιμοι.

Η περιέργειά μου στο πρωτοφανές για μένα αυτό φαινόμενο, έγκειται στο γεγονός, ότι οι σημερινές συνθήκες διαβίωσης της χώρας είναι ίσως οι χειρότερες των τελευταίων χρόνων. Κανονικά θα ’πρεπε να αντιμετωπίσω ακριβώς την αντίθετη συμπεριφορά με όλα τα ελαφρυντικά της. Κι όμως, διαψεύστηκα. Γιατί; Τι ήταν αυτό που άλλαξε τα δεδομένα; Ή μήπως να έτυχε σε όλες μου τις επαφές να συναντήσω καλούς ανθρώπους; Τυχαίο ή αιτιολογημένο; Όπως και να ’χουν τα πράγματα, ήταν ωραίο συναίσθημα και «όμορφη» εμπειρία.

Αναχώρησα, έχοντας στο μυαλό μου αυτή τη διαπίστωση. Το πόσο σημαντική είναι η ευγένεια, οι καλοί τρόποι, το χαμόγελο, η θετική ενέργεια και στάση στον άνθρωπο. Πόσο ωραίοι γίνονται οι άνθρωποι, όταν είναι αυθεντικά και σίγουρα όχι υποκριτικά ευγενικοί, πόσο μεταμορφώνεται το περιβάλλον και η ατμόσφαιρα με ένα καλό λόγο, με ένα «ευχαριστώ», ένα «ευχαρίστως», ένα «ούτε λόγος», ένα «συγνώμη», ένα «παρακαλώ», ένα «καλό υπόλοιπο», ένα «ευχαριστούμε πολύ», ένα «θέλετε κάποια βοήθεια» και τόσα άλλα μικρά μεν αλλά γεμάτα και πλούσια λόγια. Και θυμήθηκα τον μέγιστο γέροντα Αιμιλιανό Σιμωνοπετρίτη, που έλεγε «αν δεν μπορούμε να γίνουμε χριστιανοί, τουλάχιστον να γίνουμε ευγενείς», συμφωνώντας με τον προ χιλιετιών Μένανδρο, «ὠς χαρίεν ἔστʹ ἄνθρωπος, ὅταν ἄνθρωπος ᾗ». Όντως, υπερβαλλόντως.

Subscribe to Email