Μοναχού Μωυσή Αγιορείτη

Είπαν πως ο κάθε άνθρωπος κουβαλά τη μοναξιά του. Ο σαλός έχει μια επικίνδυνη μοναξιά. Ο ασθενής μια εναγώνια μοναξιά. Ο άδικος πλούσιος μια πικρή όσο άσχημη μοναξιά. Μα ο πιστός έχει μια μόνιμη, αγιάτρευτη και κορυφαία μοναξιά: πως θα σωθεί. Συνηθίζουμε να λέμε η μοναξιά του απόβραδου, του πένθους, της ξενιτειάς. Κι ο καθένας την κάθε μια περίπτωση την αντιμετωπίζει κατά πως δύναται.

Μα εμείς, μπροστά στο αιώνιο αίνιγμα της υπάρξεως, οι υιοί του Θεού, κατά χάριν και κατά μέθεξιν, οι κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν, τα φωτόμορφα τέκνα της Εκκλησίας, πότε θα τολμήσουμε να ριψοκινδυνεύσουμε ένα αποτίναγμα των ιδεών και των πολλών συζητήσεων και να σταθούμε ενώπιοι ενωπίω με μια απόφαση για μια ριζική της ζωής μας αλλαγή; Μέχρι πότε θα περιστρεφώμεθα, θα περιτριγυρίζουμε περί το θέμα και ποτέ δεν θα εισερχόμεθα εντός; Δεν έχουμε δυστυχώς πολλά περιθώρια.

Οι κινήσεις μας είναι συνεχώς παλινδρομικές κι αμφιταλαντευόμενες. Μιλάμε περί Θεού και τον Θεό δεν τον γνωρίζουμε. Τον επιθυμούμε και δεν τον έχουμε. Προχωράμε προς αυτόν και την τελευταία στιγμή βρίσκουμε ένα παραπόρτι κι ολοταχώς του ξεφεύγουμε. Αγαπάμε κακώς, υπέρ του δέοντος τον εαυτό μας.

Είμαστε αξιοδάκρυτοι, αδικαιολόγητοι, νωχελείς. Δεν τον αντέχουμε τον Θεό. Τον φοβόμαστε, τον κοροϊδεύουμε, δηλαδή κοροϊδευόμαστε, κι είμαστε πλήρεις ωραίων και πειστικών προφάσεων. Φθάνουμε να αγαπούμε το ψέμα μας, να μη ντρεπόμαστε, ούτε καν να μη το δικαιολογούμε. Όμως κι ο Θεός δεν κουράζεται διακριτικά να μας κυνηγά και να μας θυμίζει την παρουσία του, στους πόνους και τις χαρές μας, στα λάθη και τις νίκες μας.

 

Subscribe to Email