Ἀρχιμ. Αὐγουστίνου Μύρου

Ποιά εἶναι ἡ διαφορά ἀνάμεσα στήν κρίση καί στήν κατάκριση; Μποροῦμε νά κρίνουμε, χωρίς νά κατακρίνουμε; Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ἀναφέρει τά ἑξῆς:

  1. Αὐτός πού κρίνει νά εἶναι ὁ ἁρμόδιος γιά νά κρίνει, ὅπως ὁ πατέρας γιά τό παιδί του, ὁ δάσκαλος γιά τό μαθητή του, ὁ ἐκκλησιαστικός ποιμένας γιά τούς χριστιανούς του καί ὁ πνευματικός πατέρας γιά τά πνευματικά του παιδιά.
  2. Νά γνωρίζει πολύ καλά τό γεγονός πού πρόκειται νά κρίνει. Νά μήν στηρίζεται σέ ἀβάσιμες καί ἐπιπόλαιες πληροφορίες. Οἱ ἰσχυρισμοί «μοῦ εἶπαν», «ἄκουσα», «νόμισα» εἶναι ἀπαράδεκτοι. Νά εἶναι βέβαιος καί νά γνωρίζει μέ ἀκρίβεια τό συμβάν πού θά κρίνει.
  3. Νά γίνεται ἡ κρίση μέ ἀπάθεια, δηλαδή, χωρίς ἐμπάθεια (ἐγωϊσμό, μίσος, κακία, φθόνο, ἐκδίκηση, διαφόρους ὑπολογισμούς) καί μακρυά ἀπό ὁποιαδήποτε ὑλικά καί κοσμικά συμφέροντα.
  4. Νά γίνεται ἡ κρίση μέ εἰλικρινῆ ἀγάπη. Ὅπως εἶναι ἡ κρίση τῆς μάνας, πού ἀγαπάει τό παιδί της καί κρίνει μία κακή του ἐνέργεια, γιά νά τό βοηθήσει καί μόνον γιά νά τό βοηθήσει.

Ὅταν, λοιπόν, κρίνουμε κάποιον ἤ τά ἔργα του, χωρίς νά εἴμαστε ἁρμόδιοι, χωρίς νά εἴμαστε σίγουροι, μέ ἐμπάθεια καί χωρίς ἀγάπη, τότε σίγουρα κατακρίνουμε.

Ὅταν κρίνουμε ὡς ὑπεύθυνοι, μέ βέβαιη γνώση, μέ ἀπάθεια καί μέ ἀγάπη, τότε ἔχουμε τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, διότι εὐεργετοῦμε αὐτούς πού κρίνουμε.

 

 

Subscribe to Email