Αρχιμ. Βασιλείου Γοντικάκη

«Βρὲ παιδάκι μου, πεθαίνουμε»

Μὰ λέει κανείς: «βρὲ παιδάκι μου, πεθαίνουμε». Βλέπουμε στὸ Εὐαγγέλιο ὅτι τὸ ἄρρωστο παιδὶ ποὺ ἔφερε ὁ πατέρας, ἔπεσε κάτω ξερὸ σὰν νεκρὸ καὶ πολλοὶ ἄρχισαν νὰ λένε πὼς πέθανε. Νομίζω ὅτι δὲν ἔχει σημασία ἂν νομίζουμε ἐμεῖς ὅτι πεθάναμε, ἂν νομίζουν ὅλοι οἱ ἄλλοι ὅτι καὶ ἐμεῖς πεθάναμε. Αὐτὸ ποὺ ἔχει σημασία εἶναι νὰ μένουμε κοντὰ στὰ πόδια κάποιου, ὁ ὁποῖος ὑπῆρχε προτοῦ τὸν κόσμον εἶναι, προτοῦ ὑπάρξει ὁ κόσμος κι ὁ ὁποῖος «τὰ πάντα διὰ τὸ πλῆθος τοῦ ἐλέους του ἐξ οὐκ ὄντων εἰς τὸ εἶναι παρήγαγε». Ὁπότε ἐὰν τυχὸν εἶσαι δίπλα σὲ Αὐτόν, ἄσχετα ἂν εἶσαι πεθαμένος ἢ ζωντανός, ἐλπίζεις καὶ περιμένεις νὰ ἔρθει ἡ ζωή. Ἀλλὰ νομίζω ὅτι ἡ ζωὴ ἔρχεται διὰ τοῦ θανάτου. Ὅπως ὁ σπόρος, ἐὰν δὲν πέσει στὴ γῆ νὰ πεθάνει, μένει μόνος, ἔτσι καὶ ἐμεῖς, ἂν δὲν πονέσουμε θὰ μείνουμε μόνοι.

Τὸ θέμα εἶναι τὸ ἑξῆς: Ὅτι πολὺ πονοῦμε καὶ λίγο ζωογονούμαστε, πολὺ ὑποφέρουμε καὶ λίγο μπαίνουμε στὴ χαρά. Νομίζω ὅτι τὸ μήνυμα τὸ χαρούμενο τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὅτι μας δίνει τὴ δυνατότητα νὰ περάσουμε τὴ ζωηφόρο νέκρωση. Ὅταν ζήτησαν δυὸ μαθητὲς νὰ δοξαστοῦν καὶ νὰ καθίσει ὁ ἕνας ἐκ δεξιῶν καὶ ἕνας ἐξ εὐωνύμων, Αὐτὸς εἶπε, ὅπως ἀναφέρεται στὸ Τριώδιο, ὅτι ὁ Κύριος δὲν δίδει τέτοια πράγματα στοὺς δικούς Του, ὑπόσχεται ποτήριο θανάτου. Τὸ μεγάλο γεγονὸς εἶναι ὅτι μποροῦμε νὰ πεθάνουμε περιμένοντας. Ὅταν περνᾶμε τὴν Γεθσημανή, δὲν μποροῦμε νὰ μιλᾶμε. Τώρα τὸ ὅτι μιλᾶμε σημαίνει ὅτι δὲν περνᾶμε Γεθσημανῆ. Ἀλλὰ τί γίνεται; Τὰ χάνουμε. Μπορεῖ νὰ τὰ χάσουμε, μπορεῖ νὰ πέσουμε κάτω, μπορεῖ νὰ μᾶς ἐγκαταλείψει κάθε δύναμη σωματική, ψυχική, πνευματική. Τὸ θέμα εἶναι ἂν μπορεῖς καὶ ξερὸς νὰ περιμένεις καὶ νὰ εὐγνωμονεῖς. Κάποιος ὑπάρχει μέσα μας καὶ δίπλα μας, ποὺ ἱερουργεῖ διαφορετικὰ τὸ μυστήριο τῆς ζωῆς.

Θὰ μποροῦσε εὔκολα νὰ μᾶς πεῖ ψεύτικα πράγματα, δὲν θέλει. Θέλει νὰ μᾶς φέρει στὴν αἰώνια ζωή. Καὶ γιὰ νὰ μπεῖς στὴν αἰώνια ζωὴ πρέπει νὰ περάσεις ἀπὸ τὸν θάνατο. Θὰ μποροῦσε ὁ Χριστός, ἂν ἦταν ταχυδακτυλουργός, νὰ ἔκανε αὐτὸ ποὺ ζήτησαν οἱ Ἑβραῖοι, ὅταν ἔλεγαν «κατέβα ἀπὸ τὸν Σταυρὸ καὶ θὰ πιστέψουμε». Θὰ μποροῦσε νὰ τὸ κάνει. Δὲν ἦρθε γιὰ νὰ ἐντυπωσιάσει. Κατέβηκε ἀπὸ τὸν Σταυρὸ νεκρός. Νεκρὸς γιὰ νὰ νικήσει τὸν θάνατο γιὰ πάντα, γιὰ ὅλους μας.

Ὅποτε ἕνα πρᾶγμα μποροῦμε νὰ ποῦμε, ὅτι μποροῦμε νὰ πετύχουμε. Ὅτι ὑπάρχει μέσα μας ἕνας συγκεκριμένος δυναμισμὸς καὶ διὰ τοῦ θανάτου, μέσα στὴ γῆ τὴν καλὴ καὶ ἀγαθὴ τῆς Ἐκκλησίας, αὐτὸς ὁ δυναμισμὸς ἐκρήγνυται καὶ προχωροῦμε σὲ ἄλλο τόπο, σὲ ἄλλο χῶρο, ὅπου τὰ φοβερὰ τελεσιουργεῖται καὶ τὰ πάντα λειτουργοῦν διαφορετικά. Αὐτὸς ὁ ἄλλος χῶρος καὶ ὁ ἄλλος χρόνος εἶναι αὐτὸς ἐδῶ ποὺ ζοῦμε. Ἂν θὰ πᾶμε μὲ πύραυλους στὰ ἀστέρια δὲν αὐξάνει ὁ χῶρος τῆς ζωῆς μας καὶ ἡ ἐλευθερία μας. Ἂν τυχὸν παρατείνουμε τὴ ζωή μας μὲ μεταμόσχευση καρδιᾶς δὲν γευόμαστε τῆς χάριτος τῆς αἰωνιότητος.

Σὲ μιὰ στιγμὴ μπορεῖ νὰ χωρέσει ἡ αἰωνιότης καὶ μέσα σὲ ἕνα μικρὸ ἅγιο μαργαρίτη νὰ χωρέσει ὅλος ὁ Χριστός. Ἀκριβῶς γι᾿ αὐτὸ ὁ Κύριος ἐνῷ ἔρχεται νὰ μᾶς φέρει τὴ χαρά, ἐνῷ ἔρχεται νὰ μᾶς φέρει τὴ ζωή, λέει: «μακάριοι οἱ πενθοῦντες, μακάριοι οἱ κλαίοντες καὶ οὐαὶ οἱ γελῶντες». Ἀκριβῶς γιατί θέλει νὰ μᾶς φέρει τὸν πραγματικὸ γέλωτα, τὴν πραγματικὴ χαρὰ καὶ τὴν αἰώνια ζωὴ ἀπὸ σήμερα...

* * *

Ἡ ψυχὴ μετὰ τὸν θάνατο

Τί γίνεται ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου μετὰ τὸν θάνατο; Νομίζω δὲν μποροῦμε νὰ τὰ λύσουμε καὶ ὅλα τὰ προβλήματα. Ξέρετε, εἶναι πολὺ μεγάλο δρᾶμα νὰ νομίζεις ὅτι ἔχεις λύσει τὰ προβλήματά σου. Ἐπίσης, εἶναι ἄσχημο ἕνας δάσκαλος, ὅποιος ἀπὸ μᾶς κάνει τὸν δάσκαλο, νὰ δίδει ἀπαντήσεις καὶ νὰ κλείνει τὰ θέματα. Στὴν πορεία πρὸς Ἐμμαοὺς ὁ Κύριος κατ᾿ ἀρχὴν δίνει τὴ δυνατότητα στὸν ἄλλον νὰ βγάλει τὰ ἀπωθημένα του. Γιὰ νὰ ἐκτονωθοῦν οἱ ἄνθρωποι, γιὰ νὰ ποῦν τὸ λογισμό τους, γιὰ νὰ δείξουν τὴν ἀπογοήτευσή τους, γιὰ νὰ φτάσουν στὴν ἀπόγνωση. Λέει ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος ὅτι δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερο ὅπλο ἀπὸ τὴν ἀπόγνωση. Γιατί ὅταν κανεὶς ἀπογοητευθεῖ ἀπὸ ὅλα τὰ ἐγκόσμια, ὅπως λέει κι ὁ ἅγιος Νικόδημος, ὅταν φτάσουμε στὴν ἀπιστία γιὰ τὸν ἑαυτό μας τότε ἀρχίζει νὰ ἀναδύεται μία ἄλλη πίστη καὶ μία ἄλλη δύναμη νὰ ὑπάρχει μέσα μας.

Αὐτὸ ποὺ ἔχει σημασία δὲν εἶναι ἂν θὰ ποῦμε μία κουβέντα σὰν ἀπάντηση. Μποροῦμε νὰ δεχτοῦμε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ μέσα μας καὶ νὰ ἀναχθεῖ ὅλο τὸ εἶναι μας σὲ ἕνα ἄλλο χῶρο; Μποροῦμε νὰ ἐλπίζουμε στὴν ἀνάσταση τῶν σωμάτων; Αὐτὸ εἶναι ποὺ δίδει ἡ Ἐκκλησία. Αὐτὸ ποὺ ἔχει σημασία εἶναι ὄχι νὰ λύνουμε τὶς ἀπορίες μας μὲ ἕνα τρόπο ἐγκυκλοπαιδικό, μὲ τὴ λογικὴ τοῦ κομπιοῦτερ, ἀλλὰ εἰ δυνατὸν νὰ μετανοοῦμε, νὰ μπαίνουμε στὴν ἄλλη λογική, τὴ λογικὴ τῆς Ἐκκλησίας. Τότε καταλαβαίνουμε ὅτι ὅταν ὁ Χριστὸς φανερώνεται, κρύπτεται. Ὅταν γίνεται ἄφαντος φανερώνεται. Αὐτὸ ποὺ λέει ὁ Ἅγ. Γρηγόριος Νύσσης: «ὁ Χριστὸς ἀπαντᾷ δι᾿ ὧν ἀρνεῖται νὰ ἀπαντήσει». Ἄν, λοιπόν, δὲν μποροῦμε νὰ ἀκοῦμε τὴ σιωπή Του, σημαίνει ὅτι δὲν καταλαβαίνουμε τὸν λόγο Του. Ἂν τυχὸν νομίζουμε ὅτι τὸν καταλαβαίνουμε, κάτι δὲν πάει καλὰ μέσα μας.

Τὸ μεγάλο πρᾶγμα εἶναι ὅτι ὑπάρχει ἡ μητέρα μας Ἐκκλησία, μποροῦμε νὰ βάλουμε τὸν ἑαυτό μας μέσα ἐκεῖ, ὥστε σιγὰ-σιγὰ νὰ παίρνει αὐτὴν τὴν ἄλλη λογική. Πρέπει μὲ ταπείνωση νὰ τρεφόμαστε ἀπὸ τὴν στερεὰ τροφὴ ποὺ προσφέρει ἡ Ἐκκλησία καὶ τότε νομίζω ὅτι συνέχεια ἡ καρδιά μας θὰ εὐφραίνεται. Ἔχουμε ἕνα μεγάλο χρέος: διὰ τῆς ταπεινώσεως καὶ διὰ τῆς ὑπομονῆς νὰ δεχτοῦμε αὐτὰ τὰ μεγάλα, τὰ ὁποῖα τελεσιουργεῖται στὸν ὑπερῷον τόπο τὸν λειτουργικό, γιὰ νὰ μπορέσουμε καὶ ἐμεῖς νὰ καταλάβουμε τί εἶναι ἄνθρωπος, νὰ χαροῦμε τὴ ζωή μας καὶ μετὰ χωρὶς ἄλλα σχόλια νὰ δώσουμε τὴ δυνατότητα καὶ στοὺς ἄλλους νὰ χαροῦν τὴν ζωή τους.

Αὐτὸ ποὺ ἔχουμε νὰ κάνουμε εἶναι νὰ νιώσουμε ὅτι ἡ ἀγάπη «ἐκ τοῦ μὴ ὄντως εἰς τὸ εἶναι ἡμᾶς παρήγαγε» καὶ ἐὰν τυχὸν ὑπομένομε, στὸ τέλος ἀπὸ τὴ δοκιμασία βγαίνει μία χαρὰ καὶ μία ἀγαλλίαση ἡ ὁποία ξεπερνᾷ ὅλες τὶς δοκιμασίες.

Μιὰ στιγμὴ στὸν καθένα μας μπορεῖ νὰ δημιουργηθοῦν διάφορες ἀπορίες: Τί σημαίνει θάνατος, τί σημαίνει ἀνυπαρξία, μιὰ στιγμὴ νὰ νιώσουμε ὅτι ὅλα εἶναι ἄχρωμα καὶ ἄοσμα, τότε τί νὰ κάνουμε; Ἐγὼ λέω ἕνα πρᾶγμα: Νὰ περιμένομε. Νὰ περιμένομε ποῦ; Μέσα στὴν Ἐκκλησία, ὅπου νιώθεις ὅτι ὑπάρχει μία ζεστασιὰ καὶ μία εὐρυχωρία. Ὅπως λέμε τὸ ἔμβρυο μένει μέσα στὴ μήτρα τῆς μάνας του καὶ ἐπειδὴ μένει ἐκεῖ, συνέχεια αὐξάνει. Ἔτσι καὶ ἐμεῖς πρέπει νὰ μένομε μέσα στὴ μήτρα τῆς μητέρας μας Ἐκκλησίας, αὐτὸ ποὺ λέμε μετὰ ἀπὸ τὴν πορεία: «μεῖνον μεθ᾿ ἡμῶν», μεῖνε μαζί μας καὶ ἐμεῖς θὰ μείνουμε μαζί Σου. Ἄλλα σχόλια δὲν θέλουμε πιά. Ἐμεῖς θέλουμε νὰ μείνουμε μαζί Σου. Αὐτὸ μᾶς φτάνει. Ἔχει μεγάλη σημασία νὰ μείνουμε κάπου καὶ νὰ δοῦμε αὐτὸ «τὸ κάπου», τὸ Ἕνα γιὰ τὸ ὁποῖο εἴμαστε καὶ τὸ ὁποῖο μᾶς ἐκκολάπτει. Ὁ πόνος ἔχει νόημα ἐπειδὴ βρισκόμαστε στὴ μήτρα κάποιου ποὺ μᾶς ἀγαπάει. Ἐκεῖ ὅποιος πολὺ πονάει σημαίνει ὅτι εἶναι ἠλεημένος καὶ μπορεῖ νὰ δεχτεῖ μεγάλα χαρίσματα.

Κλείνοντας, ἐγὼ λέω ἕνα πρᾶγμα γιὰ τὸ ὁποῖο εἶμαι σίγουρος: Προσωπικὰ εἶμαι χαμένος, ἀλλὰ σᾶς λέω ἀδελφικὰ ὅτι ΜΠOΡΕΙ ΝΑ ΖΗΣΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠOΣ. Καὶ αὐτὴ ἡ ζωὴ ἡ ἀπεριόριστη, ἡ αἰώνια ποὺ ἀρχίζει ἀπὸ τώρα ἱερουργεῖται καὶ ὑπάρχει στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τὴν μικρὴ τὴν ἐλάχιστη καὶ περιφρονημένη ἡ ὁποία εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἡ ἐλπὶς πάντων τῶν περάτων τῆς γῆς...

Μὴ μοῦ κάνετε ἄλλες ἐρωτήσεις, δῶστε ἄλλες ἀπαντήσεις. Ἐγὼ θὰ σας πῶ μόνο αὐτό: Κοιτάξτε, εἴμαστε χαμένοι, μπορεῖ ἐν στιγμῇ χρόνου νὰ σταματήσει ἡ καρδιά μας ἀλλὰ κάτι δὲν σταματᾷ, βρὲ παιδάκι μου, καὶ ἐγὼ θέλω ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα νὰ πᾶμε. Καὶ ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα πᾶμε μὲ τὸ σῶμα καὶ ἔρχεται ἡ ἀγαλλίαση καὶ ἡ χάρη τῆς θεότητας μέσα στὸ σῶμα μας καὶ ἁγιάζεται ἡ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα καὶ ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο ζοῦμε».

Subscribe to Email