Γιάννη Μιχαήλ

(σε μια καλύβη του Αγίου Όρους)

Και αφού πέρασαν τα χρόνια, και αφού έλιωσαν στην άσκηση, στην νηστεία, στην προσευχή, συναισθανόμενοι πλέον ότι το πλήρωμα του χρόνου πλησιάζει έχουν περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό οι όποιες επίγειες χαρές τους.

Και μέσα σε αυτές τις λίγες χαρές που τους έμειναν είναι και η πρόοδος των πνευματικών τους παιδιών. Έτσι, σε μια αγιορείτικη Θεία Λειτουργία καθώς εξελισσόταν, από το πουθενά και σε ανυποψίαστο χρόνο πάει ο Γέροντας στο ψαλτήρι και λέει ότι θα πει αυτός το Χερουβικό. Μα πως μπορούσε να το πει αυτός όντας προχωρημένης ηλικίας, με τα γηρατειά και τις ασθένειες του; Αμέσως ακούστηκαν ψίθυροι σε όλο τον μικρό ναό της καλύβης για το γεγονός αυτό. Όλοι περιμέναν να ακούσουν τον Γέροντα που ποτέ δεν πήγαινε στο ψαλτήρι.

Και αφού ήρθε η ώρα του Χερουβικού ξεκίνησε ο Γέροντας να σιγοψέλνει το Χερουβικό με όση δύναμη είχε…ίσα που ακουγόταν. Δεν πρόλαβε να πει ούτε το «Οι τα Χερουβείμ» και γνέφει προς τον δόκιμο της συνοδείας να πλησιάσει στο ψαλτήρι. Του το παραδίδει να συνεχίσει αυτός. Ο δόκιμος ήταν και ψάλτης από τον κόσμο, έψελνε όμως πάντοτε με καλογερικό ύφος.

Και πάει ο Γέροντας στα στασίδια που έστεκαν οι πατέρες και ένα προς ένα τους σπρώχνει να πάνε στο ψαλτήρι. Αφού μαζεύτηκαν όλοι οι Πατέρες γύρω από το ψαλτήρι, στην μέση βρισκόταν ο δόκιμος – ειρωνικά ήταν και ο νεαρότερος σε ηλικία, ούτε 20 χρονών. Με την δική του καθοδήγηση όλοι οι Πατέρες της καλύβης έψελναν κατανυκτικώς το ‘Χερουβικό’.

Και κάθισε ο Γέροντας σε ένα στασίδι απέναντι από το ψαλτήρι και καμάρωνε τα παιδιά του και χαιρόταν που τα έβλεπε να προοδεύουν, όλα μαζί σαν μια οικογένεια με σκοπό να ακουμπήσουν τον ουρανό…Αυτές είναι οι χαρές των Γερόντων.

 

Subscribe to Email