Μροστά στην Αγία Τράπεζα στην Ι. Μονή του Αποστόλου Ανδρέα
Ἀρχιμανδρίτου Φιλοθέου Μαχαιριώτου

Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού μπορεῖ νά μήν συγγενεύουν μέ δεσμούς «ἐκ σαρκός καί αἵματος», ἀλλά πνευματικά «διά τοῦ εὐαγγελίου ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» καί οἱ πνευματικοί δεσμοί εἶναι πολύ πιό ἰσχυροί. Ἡ πνευματική συγγένεια πού στηρίζεται στήν ἀγάπη καί στή φιλαδελφία, φανερώνει τόν πλοῦτο καί τό περιεχόμενο τοῦ ἐσωτερικοῦ κόσμου τοῦ ἀνθρώπου.

Ὁ πατήρ Εὐέλθων, ὁ ταπεινός λευίτης μέ τή μεγάλη καρδιά, ἦταν γιά πολλούς ἀπό μᾶς ὁ λύχνος πού τέθηκε ἐπί τή λυχνία καί φώτιζε, στήριζε καί καθοδηγοῦσε ὅλους μας. Μᾶς βοήθησε νά μάθουμε ἀληθινά τήν π ρ α γ μ α τ ι κ ή σχέση πού πρέπει νά ἔχουμε μέ τόν Χριστό καί ἔτσι νά προχωρήσουμε στή ζωή μας γόνιμα καί δημιουργικά σέ ὅλες τίς ἐκφάνσεις της. Ἁπλός στούς τρόπους, ἀνεπιτήδευτος στή συμπεριφορά του, μειλίχιος καί καταδεκτικός μᾶς δίδαξε ἀξίες ἀκατάλυτες, κυρίως μέ τή ζωή του, μέ τήν πίστη του, τή μακροθυμία καί τή συγχωρητικότητά του, μέ τήν ὑπομονή καί τή μεγαλοψυχία του.

Ὁ πατήρ Εὐέλθων πρόσφερε ἀφειδώλευτα ἐκ τοῦ περισσεύματος τοῦ πλούτου τῆς καρδίας του, κηρύττοντας ὄχι τόν ἑαυτό του ἀλλά τόν Χριστό «τοῖς πᾶσι γέγονα τά πάντα ἵνα πάντας τινάς σώσω». Ὁ τρόπος τῆς ζωῆς του ἦταν σύμφωνος μέ τό Εὐαγγέλιο καί τήν Ἐκκλησία. Ἀγωνιζόταν, ὑπερέβαινε τίς ἀνθρώπινες μικρότητες, ἀναλάμβανε τίς εὐθύνες τῶν πράξεών του χωρίς νά δικαιολογεῖ τά ἀνθρώπινα λάθη του, ἀλλά καί χωρίς νά ἀπολυτοποιεῖ τίς ἀρετές του. Εἶχε πλήρη ἐπίγνωση τοῦ ἑαυτοῦ του καί γνώριζε πολύ καλά ὅτι ὁ Χριστός εἶναι αὐτός πού στηρίζει τόν κάθε ἄνθρωπο στόν π ν ε υ μ α τ ι κ ό του ἀγώνα, τόν σηκώνει καί τοῦ αἴρει τήν ἁμαρτία, γιατί εἶναι ὁ μόνος «αἴρων τήν ἁμαρτία τοῦ κόσμου».

Εἶχε βαθιά πίστη στόν Θεό καί αὐτό ἐκπληρωνόταν μέσα ἀπό τόν συνεχή πόθο του νά λειτουργεῖ καί νά μετέχει τῶν ἀχράντων μυστηρίων. Ὁ Χριστός ἦταν αὐτός πού τόν συνγκινοῦσε, ἦταν αὐτός πού τόν στήριζε, ἀλλά καί πού τόν παραμυθοῦσε. Αὐτός πού τόν παρηγοροῦσε σέ ὧρες δύσκολες, κρίσιμες καί καθοριστικές. Ἡ αἴσθηση τοῦ πνευματικοῦ πατέρα τόν συνεῖχε, γι’ αὐτό καί θεωροῦσε ὅλους τούς ἀνθρώπους σάν παιδιά τοῦ Θεοῦ καί δικά του παιδιά. Δέν κατέκρινε κανένα οὔτε ἀπέρριπτε κανένα ὅ,τι καί ἄν ἦταν ἤ ὅ,τι καί ἄν ἔκανε καί ὅταν ἀκόμη κάποιοι τόν κατηγοροῦσαν. Ζοῦσε γι’ αὐτούς, προσευχόταν γι’ αὐτούς, μακροθυμοῦσε στά λάθη τους, νικοῦσε μέ τήν ἀγάπη του τήν πίκρα πού τοῦ πρόσφεραν. Συμπεριφερόταν εὐσπλαχνικά καί ὄχι ἐγωκεντρικά καί αὐτοδικαιωτικά καί αὐτό προερχόταν ἀπό τή μεγάλη του ταπείνωση.

Σκοπός τῆς ζωῆς του ἦταν νά ὑπηρετήσει τόν Χριστό καί ὄχι οἱ ἔπαινοι τῶν συνανθρώπων του. Τό παράδειγμά του γιά τούς πονεμένους ἦταν παραμυθία, γιατί γνώριζε ὅσο κανείς ἄλλος τόν πόνο στή ζωή του. Γιά τούς ἀδικουμένους ἦταν τό στήριγμά τους, γιατί καί αὐτός ἀδικήθηκε στή ζωή του, γιά τούς κατατρεγμένους καί ταλαιπωρημένους ἦταν τό ἀποκούμπι τους καί ἡ εἰρήνη τους, γιατί καί αὐτός διώχθηκε στή ζωή του.

Ἀναλωνόταν καθημερινά στό ἔργο τῆς διακονίας Του. Στόν εὐπρεπισμό καί ἐξωραϊσμό τῶν ναῶν, στήν ἀνέγερση νέων ἐκκλησιῶν, στήν ἀνακαίνιση παρεκκλησίων, σέ κάθε πράξη ἀγαθοεργίας καί εὐποιίας καί δίκαια θά μποροῦσε νά ἀναφωνήσει μέ τόν ψαλμωδό: «ἠγάπησα εὐπρέπειαν οἴκου Σου καί τόπον σκηνώματος δόξης Σου». Ἦταν ὁ ἐμπνευστής καί δημιουργός τοῦ Κέντρου Προσφορᾶς καί Ἀγάπης «Ἅγιος Χριστόφορος» εἰς μνήμη τοῦ γιοῦ του Χριστοφόρου. Μέσα ἀπό τά προγράμματα τοῦ ΚΕΠΑ πρόσφερε φιλοξενία καί φροντίδα στούς ἡλικιωμένους, φαγητό στούς πεινασμένους, στήριξη στούς πονεμένους. Ἡ γεμάτη ἀγάπη καρδιά του ξεπέρασε τά στενά ὅρια τῆς Κύπρου καί ἔφθασε μέχρι τή μακρινή Ἀφρική ἀνεγείροντας ναούς, κτίζοντας νοσοκομεῖα καί σχολεῖα καί βοηθώντας μέ κάθε τρόπο τό ἔργο τῆς Ἱεραποστολῆς. «Διηκόνησε ταῖς χρείαις» τῶν συνανθρώπων του σέ ὅλο τόν κόσμο. Θά μείνει στίς μνῆμες ὅλων μας ὡς ὁ ἱερέας τῆς προσφορᾶς καί τῆς ἀγάπης. Τό ἀγλαόκαρπο ἔργο του διακόπηκε μέ τήν ξαφνική καί ἀνέλπιστη ἐκδημία του «κρίμασιν οἷς Κύριος οἶδεν».

Στό πρόσωπο τοῦ πατρός Εὐέλθοντος ἐπαληθεύεται ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «τόν ἀγῶνα τόν καλόν ἠγώνισμαι, τόν δρόμον τετέλεκα, τήν πίστιν τετήρηκα· λοιπόν ἀπόκειταί μοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος, ὅν ἀποδώσει μοι ὁ Κύριος ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, ὁ δίκαιος κριτής».

Γι’ αὐτό πιστεύουμε καί εὐχόμαστε ὅτι θά ἀκούσει τόν λόγο τοῦ Κυρίου νά τόν καλεῖ: «εὖ δοῦλε ἀγαθέ καί πιστέ, εἴσελθε εἰς τήν χαράν τοῦ Κυρίου σου». Αἰωνία ἄς εἶναι ἡ μνήμη του.

Subscribe to Email