Το βιβλίο του Ρόνι Αλασόρ έφερε στην επικαιρότητα ο καθηγητής Γιαλτσίν Κιουτσούκ μιλώντας σε τηλεοπτική εκπομπή για το «φίλο» του Αττίλα Ολγκάτς, ο οποίος ομολόγησε κυνικά ότι σκότωσε 10 Ελληνοκύπριους κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής. Ακολουθούν συγκλονιστικά αποσπάσματα από το βιβλίο που έχει ως τίτλο «Διαταγή: Εκτελέστε τους αιχμαλώτους». Σφαγές αμάχων, εκτελέσεις αιχμαλώτων και κάθε είδους αισχρότητες περιγράφουν σε μαρτυρίες τους βετεράνοι του τουρκικού στρατού. Μία απ’ αυτές αναφέρει:
«Ο “δικός” μου ήταν ένας ξανθός σγουρομάλλης νεαρός με γαλάζια μάτια. Αν και πριν από λίγο είδε τον άλλο συγχωριανό του να πεθαίνει, δεν ήταν καθόλου ταραγμένος. Τον πήρα και τον πήγα λίγα μέτρα πιο εκεί. Ήμουν σε αδιέξοδο και σε αμηχανία. Ο αξιωματικός περίμενε να μας δει να γινόμαστε εκτελεστές. Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Όμως, παρ’ όλα αυτά δεν μπορούσα να τον σκοτώσω εν ψυχρώ. Έψαχνα μια δικαιολογία για να τον σκοτώσω. Τον κοίταξα στα μάτια και τον ρώτησα “Γίνεσαι μουσουλμάνος;” Εκείνος στεκόταν όρθιος με τα χέρια δεμένα και με κοίταζε στα μάτια. Έδειξε να κατάλαβε και σχεδόν χαμογελώντας, κούνησε δεξιά αριστερά το κεφάλι του και μου είπε μια λέξη άγνωστη σ’ εμένα: «όι, όι». Κατάλαβα την άρνησή του, η οποία και ήταν η αφορμή που ζητούσα για να σηκώσω το όπλο μου. Έτσι απλά για να μην πέσω στα μάτια του αξιωματικού και των συναδέλφων μου, άδειασα μια ολόκληρη γεμιστήρα πάνω του. Τώρα όμως με τύπτει η συνείδηση και βασανίζομαι γι΄ αυτό το έγκλημα. Τα μάτια αυτού του παιδιού και το χαμόγελό του δεν φεύγουν ποτέ από τη σκέψη μου. Τους άλλους δύο Ελληνοκύπριους τους σκότωσαν οι δύο λοχίες. Αφήνοντας τα πτώματα άταφα, γυρίσαμε στο χωριό. Όπως έλεγε ο λοχαγός μας, είχαμε γίνει πια «άνθρωποι του παραδείσου».