Αρχιμ. Φωτίου Ιωακείμ

Στη Μετάσταση του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου
(26 Σεπτεμβρίου)

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος καταγόταν ἀπὸ τὴ Βηθσαϊδὰ τῆς Γαλιλαίας, ἄσημη κώμη στὰ παράλια τῆς λίμνης Γενησαρέτ. Ἦταν υἱὸς τοῦ Ζεβεδαίου καὶ τῆς Σαλώμης, θυγατέρας τοῦ μνήστορος τῆς Θεοτόκου Ἰωσήφ, γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς θεωρεῖται ὡς θεῖος τοῦ ἀποστόλου Ἰωάννου. Ἡ Σαλώμη ὑπῆρξε καὶ μία ἀπὸ τὶς Μυροφόρες γυναῖκες. Ὁ Ἰωάννης, μαζὶ μὲ τὸν μεγαλύτερο ἀδελφό του Ἰάκωβο ἦταν ψαράδες στὴ λίμνη τῆς Γαλιλαίας ἢ θάλασσα τῆς Τιβεριάδος, ὅπως ἀλλοιῶς ἀποκαλεῖται στὰ Εὐαγγέλια, καὶ βοηθοῦσαν τὸν πατέρα τους στὸ ψάρεμα, ἦταν δὲ καὶ συνέταιροι μὲ τοὺς δύο συγχωριανούς τους καὶ αὐταδέλφους, Πέτρο καὶ Ἀνδρέα. Οἱ τέσσερεις αὐτοὶ ψαράδες, μαζὶ καὶ μὲ ἄλλους εὐλαβεῖς συμπατριῶτες τους, ὅπως ὁ Φίλιππος καὶ ὁ Ναθαναήλ, γαλουχημένοι στὸν μωσαϊκὸ Νόμο καὶ τὰ κηρύγματα τῶν προφητῶν γιὰ τὴν ἔλευση τοῦ Μεσσία Χριστοῦ, ἔγιναν ἀρχικὰ μαθητὲς τοῦ Τιμίου Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ, ποὺ κήρυττε τὴ μετάνοια καὶ βάπτιζε συμβολικὰ τοὺς ἀνθρώπους στὸν Ἰορδάνη ποταμό. Ὅταν δὲ ὁ Χριστός μας, μετὰ τὴ βάπτισή Του καὶ τὴν τεσσαρακονθήμερη νηστεία, κατῆλθε ἀπὸ τὸ Σαραντάριο ὄρος στὴν ἔρημο, ὁ Πρόδρομος τὸν ὑπέδειξε στοὺς μαθητές του Ἀνδρέα καὶ Ἰωάννη, ποὺ ἐκείνη τὴν ὥρα συζητοῦσαν μαζί του, ὡς τὸν προσδοκώμενο Μεσσία, λέγοντας: «Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ» (Ἰω. 1,29). Καί, ἀφοῦ κι αὐτοὶ καὶ οἱ πιὸ πάνω συγχωριανοί τους γνώρισαν τὸν Ἰησοῦ καὶ τὸν ἀκολούθησαν γιὰ λίγο διάστημα, ἐπιβεβαιώθηκαν ἀπὸ ὅσα θαυμαστὰ καὶ παράδοξα εἶδαν καὶ ἄκουσαν κοντά Του, ὅτι πράγματι αὐτὸς ἦταν ἡ προσδοκία τοῦ Ἰσραὴλ καὶ τῶν ἐθνῶν, ὁ σαρκωθεὶς γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, «ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται» (Ἰω. 1, 46). Γι᾽αὐτό, κι ὅταν σὲ λίγο τοὺς κάλεσε ἐπίσημα πλέον καὶ ὁριστικὰ ὁ Δεσπότης Χριστὸς νὰ Τὸν ἀκολουθήσουν, γιὰ νὰ γίνουν ψαράδες ἀνθρώπων μὲ τὸν εὐαγγελικὸ κήρυγμα, καὶ νὰ τοὺς ἐκβάλλουν ἀπὸ τὴν ἁλμυρὴ θάλασσα τῆς ἀπιστίας καὶ τῆς ἁμαρτίας, αὐτοὶ ἀμέσως, χωρὶς δισταγμὸ καὶ ἀναβολή, ἐγκατέλειψαν τὰ πάντα καὶ Τὸν ἀκολούθησαν διὰ βίου.

Ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη, ὁ Ἰωάννης οὐδέποτε ἀποχωρίσθηκε ἀπὸ τὸν ἀγαπημένο του Διδάσκαλο καθόλη τὴ ζωή του. Γιὰ τὴ μεγάλη του λοιπὸν ἀρετὴ καὶ τὴν ψυχική του καθαρότητα, ἐντάχθηκε ἀπὸ τὸν Χριστό, μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφό του Ἰάκωβο καὶ τὸν Πέτρο, στὸν στενώτερο κύκλο τῶν μαθητῶν Του. Αὐτοὺς τοὺς τρεῖς εἶναι ποὺ πῆρε μαζί του ὁ Κύριος στὴν ἀνάσταση τῆς θυγατέρας τοῦ Ἰαείρου, στὴ Μεταμόρφωσή Του στὸ ὄρος Θαβὼρ καὶ στὴν ἀγωνιώδη Του προσευχὴ πρὶν τὸ ἄχραντο Πάθος στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ. Διακρίθηκε λοιπὸν ὁ Ἰωάννης γιὰ τὴ φλογερὴ ἀγάπη καὶ ὁλόψυχη ἀφοσίωση πρὸς τὸν Χριστό. Γι᾽ αὐτὸ καὶ τόσο ἀγαπήθηκε ἀπ᾽ Αὐτόν, ὥστε ἔγινε ὁ κατεξοχὴν ἠγαπημένος μαθητής Του. Αὐτὸς ἀνέπεσε στὸ στῆθος τοῦ Ἰησοῦ κατὰ τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο, αὐτὸς μόνος μὲ τὴ Θεοτόκο παρέμεινε ἄφοβος στὸ σταυρικό Του Πάθος, γι᾽ αὐτὸ καὶ κατέστη ἀπὸ τὸν Κύριο ἀδελφός Του καὶ υἱὸς τῆς Παναγίας Μητρός του: «Γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου... (Ἰωάννη), ἴδε ἡ μήτηρ σου». Κι ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη ὁ παρθένος μαθητὴς ἔλαβε τὴν παρθένο Μητέρα στὸν οἶκο του (Ἰω.19,26-27).

Καί, μετὰ τὴν ἀνάσταση καὶ τὴν ἀνάληψη στοὺς οὐρανοὺς τοῦ Κυρίου καὶ τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατὰ τὴν Πεντηκοστή, περιῆλθε ὁ Ἰωάννης, πλεῖστα ὅσα μέρη τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, μὲ κόπους καὶ θλίψεις καὶ διωγμούς, κηρύσσοντας τὸ Εὐαγγέλιο τῆς οὐράνιας βασιλείας καὶ θαυματουργώντας. Τελικά, μαζὶ μὲ τὸν μαθητή του Πρόχορο, ἕνα ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ διακόνους καὶ ἑβδομήκοντα ἀποστόλους, πεζοπορῶντας, ἔφθασαν στὴν Ἔφεσο. Στὴ μεγαλόπολη τούτη, μέσα σὲ πολλοὺς πειρασμοὺς καὶ δοκιμασίες, μὲ τὴν ἁγιότητα τῆς ζωῆς του καὶ τὰ μεγάλα του θαύματα, κατόρθωσε ὁ Ἰωάννης νὰ μεταστρέψει στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ πλῆθος εἰδωλολατρῶν. Πολλοὶ τότε Ἐφέσιοι, ποὺ ἐπέμειναν μὲ πάθος στὴ λατρεία τῶν εἰδώλων, κατήγγειλαν μὲ ἀναφορά τους τὸν Ἰωάννη γιὰ τὴν ἱεραποστολική του δράση στὸν τότε Ρωμαῖο αὐτοκράτορα Δομιτιανὸ (81-96), καὶ πέτυχαν τὴν ἐξορία του μαζὶ μὲ τὸν Πρόχορο στὴ νῆσο Πάτμο.

Μὰ καὶ τοῦτο ὑπῆρξε Θεοῦ οἰκονομία, γιατὶ κι ἐκεῖ ὁ Θεολόγος μὲ τὸ θεόπνευστο κήρυγμα, τὴν ἁγία βιοτή του καὶ τὰ πολλὰ καὶ ἐξαίσια θαύματα, ποὺ τέλεσε, ὁδήγησε στὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ πλείστους ὅσους κατοίκους τοῦ νησιοῦ. Κάποια Κυριακή, ἐνῶ προσευχόταν σ᾽ ἕνα σπήλαιο στὴν Πάτμο, ὁ βράχος ἐπάνω του σχίσθηκε στὰ τρία καὶ ἐμφανίσθηκε μέσα σὲ ὑπέρλαμπρο φῶς ὁ Χριστὸς καὶ ἀνάμεσα σὲ ἑπτὰ λυχνίες, καὶ φώτισε τὸν ἀγαπημένο Του μαθητὴ νὰ συγγράψει τὸ συγκλονιστικὸ βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως. Τὸ ἔτος 98, ὁ αὐτοκράτορας Τραϊανὸς ἀνακάλεσε μὲ διάταγμά του τὸν Ἰωάννη ἀπὸ τὴν Πάτμο στὴν Ἔφεσο, ὅπου συνέγραψε, ὑπαγορεύοντας στὸν μαθητή του Πρόχορο, τὸ Εὐαγγέλιο ποὺ φέρει τὸ ὄνομά του, καὶ ποὺ εἶναι τὸ τελευταῖο χρονολογικὰ βιβλίο ποὺ γράφηκε τῆς Καινῆς Διαθήκης.

Σύμφωνα μὲ τὰ Συναξάριά του, ὁ ἀπόστολος Ἰωάννης ἦταν 56 ἐτῶν, ὅταν ἀναχώρησε ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα, 9 χρόνια κήρυττε στὴν Ἔφεσο, 15 χρόνια στὴν Πάτμο καὶ 26 καὶ πάλι στὴν Ἔφεσο, ὅπου καὶ ἐκοιμήθη εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία σχεδὸν 106 ἐτῶν. Εἶναι δὲ ὁ μόνος ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους, ποὺ δὲν τελειώθηκε μαρτυρικά, ἂν καὶ ὑπέμεινε στὴ ζωή του πολλὲς θλίψεις καὶ δοκιμασίες.

Γιὰ τὸν ἰδιαίτερα ἀγαπημένο ἀπ᾽ Αὐτὸν μαθητή Του, ὁ Ἰησοῦς μας οἰκονόμησε καὶ αὐτὴ τὴν ἐξαίρετη χάρη, δηλαδὴ τὴ μετάστασή του στοὺς οὐρανούς, ποὺ τιμᾶ σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας. Τί σημαίνει ὅμως μετάσταση; Σημαίνει ὅτι ὁ ἀπόστολος Ἰωάννης, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ἀλλὰ καὶ ἡ Παναγία μας, ἀναστήθηκε ἐκ νεκρῶν καὶ ἀναλήφθηκε μὲ τὸ σῶμα στοὺς οὐρανούς!

Πηγή: http://www.immorfou.org.cy/logoi/989-omilia-metastasi-ioan-14.html

Subscribe to Email