Ἀρχιμ. Παύλου Ἐγγλεζάκη

 Ἡ στάση τῆς ἐκκλησίας μπροστά στά προβλήματα τοῦ κόσμου ὀφείλει νά εἶναι πάντα καρπός θεολογικῆς θεωρίας, παράδοσης, μέ τήν μεγάλη ἔννοια τοῦ ὅρου, πού δέν ἀναφέρεται στίς παραδόσεις τῶν ἀνθρώπων καί τῶν σχολῶν, ἀλλά στήν παράδοση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ἀποκλείει κάθε εἶδος τόσο συντηρητισμοῦ ὅσο καί φιλελευθερισμοῦ. Πρῶτα καί τελευταῖα ἔχομε ἀνάγκη θεολογίας καί πνευματικότητας. Χωρίς αὐτά τά δυό – πού προϋποθέτουν καί τά δυό ἄσκηση καί ἄθληση σκληρή καί αἱμάτινη – τίποτε δέν μπορεῖ νά γίνει.

Ὁ εὐαγγελισμός τῶν ἀνθρώπων οὔτε μέ τό μαμωνᾶ τῆς ἀδικίας γίνεται, οὔτε μέ τή μάχαιρα τῆς ἐξουσίας ἐπιβάλλεται, οὔτε μέ τίς προκαταλήψεις φωτίζει, οὔτε μέ τίς ἐπαναλήψεις ἀνακαινίζει. Ὅλα αὐτά, ἄγνοια, νωθρότητα, αὐτάρκεια, δοκησισοφία, θριαμβολογία, ἀδιαφορία, κυνισμός, μισανθρωπία, εἶναι καρποί τῆς ἁμαρτίας. Ὅσο καί ἄν μετασχηματίζονται σέ ἀγγέλους φωτός καί καρπούς τοῦ πνεύματος, ὁ κατηχητής ὀφείλει νά ἀγρυπνεῖ, ὅλος ὀφθαλμός, μέσα στά βάθη τῆς καρδίας του καί νά ἁγνίζεται ἀδιάλειπτα ἀπό τά πάθη αὐτά, πού συνοδεύουν τό ἔργο τῆς ἀποστολικῆς μαρτυρίας ζητώντας νά τό καταπνίξουν μέσα στίς ἀναθυμιάσεις τους. Ἰδιαίτερα ὅταν ἐκτείνεται σέ πεδία πού δέν εἶναι καθαρά θρησκευτικά.

 

 

Subscribe to Email