π. Βαρνάβα Γιάγκου

Ἰσχυρίζεται ὁ σημερινός ἄνθρωπος ὅτι οἱ σχέσεις του εἶναι ἀληθινές, ἀλλά σχέσεις πού δέν δοκιμάζονται στόν πόνο καί τήν ἄρνηση, δέν εἶναι ἀληθινές σχέσεις.

Ὁ Κύριος, λοιπόν, γνωρίζει πολύ καλά πώς τό ἀληθινό γεννᾶται μέσα ἀπό τόν πόνο, γνωρίζει πολύ καλά πώς ἡ γόνιμη περίοδος κατά τήν ὁποία καρποφορεῖ πνευματικά ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι ἐκείνη τῆς λεγομένης Θεοεγκατάλειψης πού μᾶς ἀρνεῖται ὁ Θεός, ὅταν αἴρει τή Χάρη Του ἀπό ἐμᾶς, γιά νά δοκιμασθεῖ ἡ καρδιά μας καί νά καλλιεργηθεῖ ἡ ἐλευθερία μας.

Ὅταν μᾶς δίνει ἕνα δῶρο ὁ Χριστός, εἶναι ἐξασφαλισμένο ὅτι τό δῶρο θά δώσει τούς καρπούς πού ἐμπεριέχει, ἰδίως ἐάν ὑπάρξει καί ἡ ἐποχή τῆς πνευματικῆς ξηρότητας, ἐποχή στήν ὁποία ὁ προσευχόμενος ἐπιμένει μέ ἑδραία τήν πίστη του καί «ἐκβιάζει» τό Θεό. Εἶναι οἱ στιγμές πού γεννᾶται πλέον ἡ πνευματική γνώση στόν ἄνθρωπο μέ συνείδηση δογματική, μέ συνείδηση πνευματική. Διότι μπορεῖ νά ἔχουμε λάβει δῶρα ἀπό τό Θεό, ἀλλά ἴσως αὐτά τά δῶρα νά μήν τά ἔχουμε συνειδητοποιήσει, οὕτως ὥστε νά τά ἀξιοποιήσουμε στόν ἀγώνα τῆς πνευματικῆς ἐνηλικίωσης.

Ἡ πνευματική ἐνηλικίωση, ὁ πνευματικός τοκετός τοῦ ἀνθρώπου συντελεῖται ὅταν μας ἀρνεῖται ὁ Θεός τά δῶρα Του, ἀλλά ἐμεῖς ἐπιμένουμε νά Τόν ζητοῦμε. Αὐτός ὁ ἐσωτερικός, πνευματικός πόνος, τόν ὁποῖο ἀγνοεῖ ὁ σημερινός ἄνθρωπος τῆς ἐκκοσμίκευσης πού κρίνει τά πράγματα κατά τά φαινόμενα, ἀπωθεῖται.

Δέν μᾶς μορφώνουν τά βιβλία, δέν μᾶς μορφώνουν ἀκόμη καί τά ἴδια τά Μυστήρια, ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν μπεῖ σέ αὐτό τό ἀσκητικό φρόνημα. Ἀσκητικό φρόνημα σημαίνει νά σταυρώσω τίς ἐπιθυμίες καί πίσω ἀπό ἐκεῖ πού ὑπάρχει ἀπελπισία, νά γεννηθεῖ ἐλπίδα. Ἀπό τήν ἀπελπισία ἀκόμη καί τότε πού νομίζουμε ὅτι ὁ Θεός μᾶς ἀρνεῖται, ἀπό αὐτή τήν ἄρνηση νά γεννηθεῖ μέσα μας δυνατότητα προσευχῆς.

Ὁ ἄνθρωπος ὅμως θέλει τά πράγματα ἕτοιμα, θέλει τά δῶρα τοῦ Θεοῦ ἐξασφαλισμένα καί μετρᾶ τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἄλλων κατά τό βαθμό πού τοῦ ἱκανοποιοῦνται τά μεταπτωτικά αἰτήματα καί χατίρια.

Μία σχέση ἡ ὁποία δέν ἔχει περάσει καί μέσα ἀπό τόν πόνο τῆς ἄρνησης, δέν μπορεῖ νά γίνει ἀληθινή σχέση. Μέ αὐτή τήν ἔννοια, ζοῦμε μία Ἐκκλησία πού θέλει νά ἀρνεῖται τό Σταυρό, πού θέλει νά πορεύεται μετ’ ἀνέσεως στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἀλλά, ὅταν πορεύεσαι μέ ἄνεση στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, χωρίς τήν αἴσθηση τοῦ Σταυροῦ, καί τόν Παράδεισο νά σοῦ χαρίσουν δέν θά τόν ὑποψιαστεῖς, δέν θά τόν ἀναγνωρίσεις.

Αὐτή εἶναι ἡ ὁδός τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά φθάσει στή γνώση. Αὐτά πού λέγονται «εἴμαστε οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ὁ ἐκλεκτός λαός τοῦ Θεοῦ, εἴμαστε ἡ Ὀρθοδοξία πού στηρίζει τό ἔθνος κτλ» εἶναι λόγια χωρίς ἀντίκρυσμα, ἄν δέν συνυπάρχουν μέ ὅσα εἰπώθηκαν παραπάνω. Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι δεκανίκι κανενός ἔθνους, δέν εἶναι δεκανίκι καμιᾶς κοινωνικῆς ὁμάδας, ἡ Ἐκκλησία δέν θέλει ὀπαδούς, δέν θέλει ἀριθμούς. Γνωρίζει μόνο τήν ὁδό τῆς μετανοίας. Μετάνοια συντελεῖται, ἐάν αἰσθανθοῦμε ὅτι χάσαμε τό Χριστό ἀπό τήν καρδιά μας.

Ἡ ἀναφορά τῆς μετανοίας μας δέν εἶναι γιά νά μᾶς ἀναγνωρίσει ὁ κόσμος, ἀλλά γιά νά ἐνσωματωθοῦμε στό Χριστό. Στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ ὑπάρχει ὅλη ἡ Οἰκουμένη, δέν εἶναι ὁ κόσμος κομματιασμένος σέ κοινωνικές ὁμάδες καί ἔθνη.

Αὐτή ἡ ἔκπτωσή μας, ἡ ἰδεολογικοποίηση τῆς Ἐκκλησίας, ὁ συντηρητισμός ἤ ὁ φιλελευθερισμός, ἡ ἰδεοληψία τῆς θεολογίας μας καί ὄχι ἡ πρακτική τῆς ἐπώδυνης διαδικασίας ἀναζήτησης τοῦ Χριστοῦ, πού συμβαίνει μέσα στή καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, μαρτυρεῖ ἀκριβῶς τό σύμπτωμα τῆς ἐκκοσμίκευσης τῆς Ἐκκλησίας.

 

 

 

Subscribe to Email