π. Κωνσταντίνου Καλλιανοῦ

Νομίζω πὼς οἱ στερνὲς μας λέξεις ποὺ προφέρουμε στὴν προσευχή μας, λίγο πρὶν μᾶς βυθίσει ὁ ὕπνος, εἶναι αὐτές: «Τὴν πᾶσαν ἐλπίδαν μου εἰς σὲ ἀνατίθημι, Μήτηρ τοῦ Θεοῦ,  φύλαξόν με ὑπὸ τὴν σκέπην σου». Λέξεις τρυφερές, ντυμένες μὲ κατάνυξη καὶ ἄφατη συγκίνηση. Γιατὶ ἀφηνόμαστε πρίν ἀποκοιμηθοῦμε στὴ Μητρικὴ ἀγκαλιὰ τῆς Παναγιᾶς, τῆς Μανας ὅλων μας, τῆς μοναδικῆς παραμυθίας μας, μέσα στὸ ἀδυσώπητο πέλαγος τῆς καθημερινότητας, ποὺ περνᾶμε. Κι ἀλήθεια, ἔχουμε σκεφτεῖ τὸ εἰδικὸ βάρος ποὺ σηκώνουν μιὰ-μιὰ οἱ παραπάνω λέξεις, λέξεις κλειδιὰ ν’ ἀνοίξουν οἱ πύλες τῆς αἰσιοδοξίας, τῆς καταθέσεως κάθε ἔγνοιας καὶ κάθε στεναγμοῦ, μὲ τὴν κατάθεση τῆς ἐλπίδας μας, τῆς κάθε ἐλπίδας μας, στὰ τίμια χέρια Της.

Ἀλήθεια, πόσοι ἀπὸ μᾶς ὅλους, ποὺ τοῦτον τὸν καιρὸ τοῦ ἐγκλείστου βίου μας ψάχνουμε τρόπους καὶ  ἀφορμὲς ν’ ἀποδράσουμε, ἔστω γιὰ λίγο ἀπὸ τὴν πραγματικότητα στὴν ὁποία ζοῦμε. Μιὰ πραγματικότητα ποὺ στὸν πυρήνα της εἶναι ἄσκηση, θεία ἐπίσκεψη, γιὰ νά μᾶς πεῖ ὁ Θεός, «ἐδῶ εἶμαι, μαζί σας· προσέξτε με, ἄν τὸ θέλετε». Καὶ μαζί Του νὰ εἴμαστε σίγουροι πὼς ἀγρυπεί κι ἡ Παναγιὰ «σὺν πάσι τοὶς Ἁγίοις». Τὸ ἐρώτημα καὶ μάλιστα τὸ πλέον βασικὸ ἐρώτημα εἶναι τὸ πόσοι ἐκμεταλλεύονται αὐτὴν τὴν εὐκαιρία πρὸς ψυχωφέλειαν καὶ καταρτισμό τους;  Καὶ κυρίως πόσοι ἀναζητοῦν τήν Παναγία Μητέρα μας νὰ Τῆς προσέφουν «τὴν πᾶσαν ἐλπίδα τους»;

Subscribe to Email