π. Κωνσταντίνου Καλλιανού

Τὶ ἄλλο εἶναι ὁ παπάς,  παρὰ μονάχα ὁ ἀδιαλείπτως προσευχόμενος,  ἐκεῖνος δηλαδή,  ποὺ «ἑσπέρας  καὶ πρωΐ καὶ μεσημβρία» αἰνεῖ τὸν Κύριο, ἀλλὰ παράλληλα εὔχεται καὶ ὑπὲρ τῆς κόσμου ζωῆς καὶ σωτηρίας. Καὶ θὰ μοῦ ἐπιτραπεῖ νὰ πῶ καὶ κάτι τὸ πιὸ τολμηρό: ὅτι δηλαδή ὁ παπᾶς εἶναι ἐκεῖνος πού, ἀναξίως μέν, ἀλλὰ κατὰ θεία παραχώρηση, ἀνοίγει τὶς πύλες τοῦ οὐρανοῦ, γιὰ νὰ εἰσοδεύεσι ὁ λαὸς τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.

Καὶ δὲν ὑπερβολὴ αὐτὰ ποὺ ἀναφέρω, γιατὶ ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία μας  τονίζει ὅτι: «ἐν τῷ ναῷ ἐστῶτες τῆς δόξης Του ὡς οὐρανόν ἐσταναι». Καὶ τὸ ναό, ὁ  πρῶτος ποὺ τὸν ἀνοίγει εἶναι ὁ παπᾶς, ὁ ὁποῖος ἔχει, σὺν τοῖς ἄλλοις καὶ τὸ μέγα, τὸ κορυφαῖο προνόμιο νὰ εὔχεται, ἀλλὰ καὶ νὰ μεριμνᾶ γιὰ τὴν κάθε ψυχή. Γνωστοῦ, ἀγνώστου, φίλου ἤ ἐχθροῦ, συκοφάντη καὶ συνεργάτη. ἀσθενοῦς καὶ ἐμπερίστατου κ. ἄ πολλῶν.

Κι ἡ πλέον ἰδανικὴ στιγμὴ ποὺ διακρατεῖ ὁ κάθε κληρικὸς ὡς εὐλογία Θεοῦ εἶναι ἡ Προσκομιδή. Ἐκεῖ, λοιπον, κορυφώνεται ἡ μυστικὴ ἐπικοινωνία μὲ τὸ Θεό, καθὼς ὁ λειτουργὸς ξεδιπλώνει τὴν ψυχή  καὶ τὴ μνήμη του κι εὔχεται, δηλ. προσεύχεται: «Μνήσθητι, Κύριε...», καταθέτοντας παράλληλα τὴν ἀνάλογη μερίδα στὸ ἱ. Δισκάριο. Αὐτὸ τὸ «Μνήσθητι...» εἶναι λοιπὸν τὸ κλειδὶ ποὺ ἀνοίγει τὴ θύρα τοῦ Θεοῦ καὶ Τὸν προσκαλεῖ ν᾿ ἀφουγκραστεῖ μὲ προσοχὴ τὴν ἰκεσία του: «ὑπὲρ ὑγείας, φωτισμοῦ, ἀποκαταστάσεως, ἐπιστροφῆς, μετανοίας» καὶ τόσα ἀκόμη...

Subscribe to Email