Ἀρχιμ.Παύλου Ἐγγλεζάκη

Ἄν ἡ πρώτη ἐντολή τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό, ἡ κεφαλαία ὅμως ἀποκάλυψή Του εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο. Φαίνεται πτωχό καί λίγο ἴσως. Ἀλλά ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει πάντα ἕτοιμος ν’ ἀγαπήσει καί αὐτό πού τόν κάνει κάποτε, ἴσως συνήθως, ἀνίκανο ν’ ἀγαπήσει εἶναι τό αἴσθημα, ἤ ἡ πλάνη, ὅτι κανείς δέν τόν ἀγαπᾶ αὐτόν. «Ἀγαπᾶσαι, ὁ Θεός σου σέ ἀγαπᾶ, σέ ἀγαπᾶ πάντα, ἀδιάλειπτα, ἀκόρεστα παρά τήν ἁμαρτία σου, μέσα στό λάθος σου, ἕνεκα τῆς πτωχείας σου» - αὐτή εἶναι ἡ εὐφρόσυνη ἀγγελία, τό εὐαγγέλιον, τοῦ Ἰησοῦ. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἁμαρτωλό καί ἀπολωλότα, τόν πτωχό καί τό νήπιο, τήν πόρνη καί τόν τελώνη. Μία ἀγάπη ἀπρόσμενη, ἀνέλπιδη, παράλογη, ἕνας «ἔρως μανικός» (κατά τήν ἔκφραση τοῦ μεγάλου βυζαντινοῦ Νικολάου Καβάσιλα) πού δέν ἔπαψε ποτέ νά σκανδαλίζει τούς δικαιωμένους καί αὐτό-ἱκανοποιημένους φαρισαίους. Γιατί γι’ αὐτούς ὁ Θεός μποροῦσε, καί μπορεῖ, νά ἀγαπᾶ τόν μετανοημένο ἁμαρτωλό, μά γιά κανένα λόγο καί ποτέ τόν ἁμαρτωλό ἔτσι ἁπλῶς.

Στή φάτνη, ἐκεῖ ὅπου θρησκευτικό δόγμα καί ποιητική ἀλήθεια ἀγκαλιάζονται, αὐτό εἶναι τό νόημα καί τό μήνυμα, τό μέγα καί αἰώνιο εὐαγγέλιον: ὅτι ὁ Θεός τόσο ἀγαπᾶ τόν κόσμο, ὥστε ἔρχεται νά πεθάνει γι’ αὐτόν· καί ὅτι τίποτα δέν χωρίζει τόσο τελειωτικά τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό ὅσο ἡ αὐτοεγγυημένη θρησκευτικότης. Τά «Δόξα» τῶν οὐρανῶν δέν εἶναι παρά ἡ σωτηριολογική χαρά τοῦ Θεοῦ γιά τήν ἀνατολή τοῦ καιροῦ τῆς ἀφέσεως, τῆς καταλλαγῆς καί τῆς εἰρήνης. Ἡ ταραχή τοῦ Ἡρώδη, τίποτα παρά ὁ τρόμος τῆς ἐγκόσμιας βασιλείας μπρός στήν ἐρχομένη βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἡ ὑποψία τῶν ἀρχιερέων καί γραμματέων τοῦ λαοῦ, τίποτα παρά ἡ δικαία ἀνησυχία τῶν δικαίων καί συνετῶν γιά τήν ἄδικη ὑπερβολή καί σπατάλη τοῦ Δεσπότου.

Τό φῶς τή φάτνης εἶναι ἔτσι τό φῶς τῆς λυκαυγῆς. Τό νόημα τῶν Χριστουγέννων τό ἐννοοῦμε ἀρχίζοντας ἀπό τόν Γολγοθά καί πηγαίνοντας πρός τά πίσω. Γιατί τό ἄφωνο βρέφος πού γεννιέται σήμερα γεννιέται γιά νά πεθάνει γιά μένα, μαζί μέ μένα, ἀπό ἀγάπη σέ μένα, ἀντί γιά μένα. Γι’ αὐτό σαρκώνεται ὁ Θεός, γιά νά πεθάνει γιά τόν ἄνθρωπο, ἄνθρωπος αὐτός τέλειος, καί νά λυτρώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν θάνατο, τή φθορά, καί τόν διάβολο. Γι’ αὐτό σήμερα ὁ Λόγος ἄφωνο βρέφος καί νήπιο ἀδύναμο ὁ Δυνατός, γιά νά χαρίσει σ’ ὅσους ἀδύνατους (πού ξέρουν ὅτι εἶναι ἀδύναμοι καί ἀνήμποροι) τό θαῦμα τῆς ἐκ νεκρῶν Ἀναστάσεως. Γιά τοῦτο, οἱ ὕψιστοι οὐρανοί δοξάζουν καί οἱ ὅσοι ταπεινοί γήϊνοι ἀγαλλιάζονται σήμερα. «Ὅτι ἐτέχθη ἡμῖν σήμερον Σωτήρ».

 
Subscribe to Email