Ο άνθρωπος, το εξαίρετο όν,

ως «κατ’εικόναν» και «καθ’ὁμοίωσιν» Θεού

Αρχιμανδρίτη Εμμανουήλ

Ομοιώνεται ο Θεός Λόγος με τον άνθρωπο, προσλαμβάνει ανθρώπινη φύση, παρεκτός αμαρτίας, και έτσι τον θεραπεύει και τον ανυψώνει από την πτώση. Ανεβάζει ο Θεός τον άνθρωπο από το παρά φύση στο κατά φύση και τον κάνει όμοιό Του· «ὁμοίῳ γάρ τό ὅμοιον καλέσας ὡς Θεός» (Άκάθιστος Ὕμνος, εκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθήνα³ 2001, σ.100) . Ο ομοούσιος, κατά τον Πατέρα, «ἀμήτωρ ἐκ Πατρός», γίνεται και ομοούσιος κατά τη μητέρα, «ἀπάτωρ ἐκ μητρός», ενώνει «τάς διεστώσας φύσεις», για να γίνει ο άνθρωπος όμοιος με τον Θεό. Η ένωση του κτιστού με το άκτιστο, του θνητού με το αθάνατο, του φθαρτού με το άφθαρτο, του ανθρώπου με τον Θεό, είναι και ο σκοπός της δημιουργίας αλλά και ο σκοπός της ενανθρώπησης του Χριστού. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς λέει για το αρχέτυπο του ανθρώπου, τον Χριστό, ότι «…το φως της θεότητας δεν ευρισκόταν στο σώμα του Χριστού σαν σκεύος, το φως Του είναι προάναρχο της ενσαρκώσεως, η πρόσληψη της ανθρωπότητος από τον Θεό Λόγο, τον Χριστό, έγινε για χάρη του ανθρώπου ύστερα, και οπότε πήρε μέσα του το πλήρωμα της θεότητος»(Γρηγορίου Παλαμά, 35η Ομιλία, Εἰς τήν αὐτήν τοῦ Κυρίου Μεταμόρφωσιν, PG 151, 440Α.), και αυτός που έχει κοινωνία με τον Χριστό καταξιώνεται στο φως Του και γίνεται όμοιός Του.

Ο Χριστός είναι μιμητής του Πατρός, αλλά και «εἰκών [αυτού] τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως»( Κολασσαείς 1,15). Ο άνθρωπος καλείται να γίνει μιμητής του Χριστού, για να γίνει όμοιος και στο θείο επίπεδο («… ὅστις ἐξομοιοῦται πρός τόν Χριστόν κατά τάς ἐπιγείους ἐκδηλώσεις, αὐτοῦ, οὗτος φυσικῷ τῷ τρόπῳ ἐξομοιοῦται πρός Αὐτόν καί ἐπί τοῦ θείου ἐπιπέδου» Σωφρονίου Ζαχάρωφ, Ὀψόμεθα τόν Θεόν καθώς ἐστί, Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 1992, σ.138.)

Η δυναμική αποστολή του ανθρώπου να γίνει «ζῶον θεούμενον» υποδηλώνει ότι ο άνθρωπος υπάρχει σε σχέση με τον Τριαδικό Θεό, τον οποίο εικονίζει και στον οποίο αναφέρεται(Γεωργίου Μαντζαρίδη, Χριστιανική Ἠθική ΙΙ, σ.23.) και σ’ Αυτόν κινείται και πράττει, κατά το θέλημά Του.

Ο άνθρωπος, πράττοντας το θέλημα του Θεού, αγαθοποιείται. Μετέχει στη θεία αγαθότητα και μπορεί να μετέχει στις ενέργειες του Θεού. Για να μπορέσει ο άνθρωπος να είναι «θείας φύσεως κοινωνός» ( Β Πέτρου. 1,4.), ζει τον Χριστό, βιώνει το πάθος, ομολογεί την Ανάσταση, αφού «σταυρώσει» την σάρκα του και τις επιθυμίες του, ζει τη μεταμόρφωσή του ( Ιουστίνου Πόποβιτς, Άνθρωπος και Θεάνθρωπος, εκδ. «ΑΣΤΗΡ», Αθήνα 2001, σ.164.), διά του Αγίου Πνεύματος (Ό.π. σ.165.), και αναλαμβάνεται στη δόξα της δεξιάς του Θεού Πατέρα. Γίνεται ο άνθρωπος κατά χάρη, ό,τι είναι ο Θεός κατά φύση, και κατ’ εξοχή σκοπός της ενανθρωπήσεως του Χριστού αυτός είναι, η θεανθρωποποίηση -θέωση του ανθρώπου μέσα από τη συνέργεια του Θεού και του ανθρώπου (Ό.π. «Είς τήν καθολικήν αύτήν θεανθρωποποίησιν τοῦ ἀνθρώπου ἔγκειται ἀκριβῶς ἡ σωτηρία καί ὁ ἀγιασμός του»).

Η κίνηση του Θεού να πλάσει τον άνθρωπο και να τον τάξει διαχειριστή στο σφαιρικό πλαίσιο της γης, αλλά και στην εξουσία της γειτνιάζουσας περιοχής της γης είναι ένα ενδεικτικό σημείο του προορισμού του ανθρώπου στη ζωή. Το εξαίρετο της δημιουργίας του ανθρώπου κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση, όπως δηλώνει ο Άγιος Γρηγόριος, έκανε και τους Αγγέλους, που έβλεπαν την κατασκευή του, να εκπλήσσονται, αφού επλάθετο «κατά Θεοῦ χάριν μεταμορφούμενος ἄνθρωπος» και «θεόν ἄλλον, ἑώρων»( Γρηγορίου του Παλαμά, Περί της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος, Β΄, 9,Π.Κ.Χρήστου, τομ.Α΄σ.85.).

Η δημιουργία του ανθρώπου κατ’ εικόνα Θεού και καθ’ ομοίωση με όλα τα συνοδευτικά της θέωσης, καθιστά τον άνθρωπο εξαίρετο σε σχέση με τα υπόλοιπα όντα, γιατί είναι αυτός ο οποίος κέκτηται την εικόνα του Θεού και δύναται να κινείται προς τον Θεό και να υποστασιάζει τις θείες ενέργειες μέσα του (Γρηγορίου Παλαμά, Ὑπέρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων, 3,1,29 Π.Κ.Χρήστου, τομ.Α΄σ.640.).

 
Subscribe to Email