Κωστή Κοκκινόφτα

Ο παπά Χαράλαμπος Μιχαηλίδης γεννήθηκε το 1862 στη Λουρουτζίνα και νυμφεύτηκε σε νεαρή ηλικία τη θυγατέρα του προηγούμενου ιερέα του χωριού, με την οποία απέκτησε τρεις θυγατέρες. Η σύζυγός του, όμως, απεβίωσε πολύ νέα, αφήνοντας στο παπά Χαράλαμπο, ο οποίος στο μεταξύ είχε ιερωθεί, την ευθύνη της ανατροφής και της αποκατάστασης των παιδιών τους. Ο ταπεινός ιερέας αποδείχτηκε φιλόστοργος πατέρας και μέσα στις πολύ δύσκολες συνθήκες της εποχής κατάφερε να μεγαλώσει τα παιδιά του, που δημιούργησαν αργότερα τις δικές τους οικογένειες. Δυστυχώς μία από τις θυγατέρες του απεβίωσε σε νεαρή ηλικία, αφήνοντας τέσσερα μικρά παιδιά ορφανά, γεγονός που του προξένησε μεγάλη θλίψη.

Από διάφορες αναφορές σε πηγές της εποχής πληροφορούμαστε ότι ο παπά Χαράλαμπος ήταν άνθρωπος φιλόξενος, εργατικός και φιλεύσπλαχνος και μεριμνούσε για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής των συγχωριανών του, ανεξαρτήτως καταγωγής και θρησκείας. Γιά τον σκοπό αυτό είχε προσφέρει έκταση ιδιόκτητης γης του στο Γεωργικό Τμήμα, ώστε να δημιουργηθεί πρότυπος αμπελώνας, από τον οποίο να καθοδηγούνται οι κάτοικοι των χωριών της περιοχής στις γεωργικές τους άσχολίες. Στις αρχές της δεκατίας του 1920, οπότε τοποθετείται η έναρξη της συστηματικής δράσης του Ρατζή εφένδη, ο παπά Χαράλαμπος συνήθιζε να διανυκτερεύει στο χωράφι του, που βρισκόταν λίγο έξω από το χωριό. Στον χώρο αυτό έγινε η δολοφονία του με αξίνη, το βράδυ της 24ης Σεπτεμβρίου 1924, ενώ κοιμόταν.

Τη διαλεύκανση της δολοφονίας ανέλαβε ο αστυνόμος Τήλλυρος, ο οποίος απέκλεισε αμέσως το ενδεχόμενο της ληστείας και επικέντρωσε τις έρευνές του στη δράση των φανατικών και στο φυλετικό μίσος που είχαν καλλιεργήσει. Σε σύντομο χρονικό διάστημα, συνελήφθησαν ως ένοχοι τα αδέλφια Μουσταφάς Μπαϊράμ Μπαττά και Γιουσούφ Μπαϊράμ Μπουρουντή, καθώς και ο Οσμάν Χασάν Καραολή, όλοι κάτοικοι Λουρουτζίνας. Στο δικαστήριο, όμως, ο τελευταίος παρουσιάστηκε ως μάρτυρας κατηγορίας, αφού η αστυνομία τον θεώρησε «συνένοχο μάρτυρα», ώστε να καταθέσει εναντίον των δύο πρώτων. Όπως ανέφερε, τη δολοφονία διέπραξαν οι δύο αδελφοί, ενώ ο ίδιος τους είχε συνοδεύσει στον τόπο του εγκλήματος και παρίστατο σε αυτήν, μετά από απειλές που είχαν διατυπώσει οι φονείς εναντίον του.

Από τα πρακτικά της δίκης και τα δημοσιεύματα των εφημερίδων της εποχής αντλούνται πολύτιμες πληροφορίες για τον ρόλο που διαδραμάτιζε ο παπά Χαράλαμπος στη μυστική πνευματική ζωή των Λινοβαμβάκων κατοίκων του χωριού. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ένας από τους συλληφθέντες, ο Μουσταφάς Μαϊράμ Μπαττά υπέδειξε τον «συνένοχο μάρτυρα», Οσμάν Καραολή, ως τον δολοφόνο, και ανέφερε ότι ο τελευταίος πρόβαλε ως λόγο εκτέλεσης του ιερέα το ενδιαφέρον του τελευταίου να συνεχίσουν οι Λινοβάμβακοι να βαπτίζουν τα παιδιά τους.

Είναι αξιοσημείωτο, ότι η ακροαματική διαδικασία διεξήχθη στην ελληνική γλώσσα, αφού μόνο αυτή γνώριζαν τόσο οι «Οθωμανοί» κατηγορούμενοι, όσο και οι μάρτυρες κατηγορίας. Τελικά, το Κακουργοδικείο της Λευκωσίας βρήκε ένοχους τους Μουσταφά και Γιουσούφ και τους καταδίκασε σε θάνατο.

Κέντρο Μελετών Ιεράς Μονής Κύκκου, § Ο νέος Ιερομάρτυρας Χαράλαμπος Μιχαηλίδης.

Subscribe to Email