π. Ανδρέα Αγαθοκλέους

Δεν είναι άγνωστες οι δυσκολίες και οι πειρασμοί στον κάθε άνθρωπο, όπως και συλλογικά. Ασθένειες, πόλεμοι, αδικίες, καταπιέσεις και βιασμοί, σκληρότητα και αδιαφορία, πόνος και δάκρυ είναι το σκηνικό της ζωής μας. Σ’ άλλους πιο έντονα και σ’ άλλους πιο ήπια. Όπως και, άλλοτε πιο σκληρά κι άλλοτε πιο υποφερτά.

Δικαιολογημένα το ερώτημα «γιατί;» προβάλλει ως μια επιθυμία δυνατή να μάθουμε την αιτία των γενομένων. Μπορεί η απάντηση να έλθει άμεσα, μπορεί αργότερα. Σίγουρα θα μας δοθεί «εν τη εσχάτη ημέρα», ολοκληρωμένη, τέλεια, που θα μας ικανοποιήσει γιατί θα δούμε καθαρά το αποτέλεσμα, το λόγο της δοκιμασίας.

Τώρα  πορευόμαστε «την τεθλιμμένην του βίου οδόν», τη γεμάτη «θλίψεις και ανάγκες», κάποτε «ου τις τυχούσες». Μας  παρουσιάζονται δύσκολα περιστατικά που χρειάζονται δύναμη και υπομονή και πίστη. Ανακαλύπτουμε, όμως, πως τέτοιες αρετές δεν έχουμε και πως, μάλλον, απροετοίμαστοι είμαστε για τέτοιες δοκιμασίες.

Τα λόγια, όσο σημαντικά και αληθινά να είναι, δεν μπορούν ν’ αντικαταστήσουν το βίωμα. Έτσι, η ίδια η ζωή, η δύσκολη και επώδυνη, μας μαθαίνει πώς αποκτάται η υπομονή, η πίστη, η ελπίδα. Κατανοούμε, εμπειρικά, πια, πώς έρχεται η Χάρις του Θεού, πως η δύναμη μας είναι η αδυναμία και πως η συνειδητοποίηση αυτή φέρνει τη δύναμη του Θεού μέσα μας και κατορθώνουμε το αδύνατο.

Η ενασχόληση με το πρόβλημα (ασθένεια, αδικία, αποτυχία κ.ά.) αυτό καθ’ εαυτό, χωρίς τη διείσδυση στο θετικό αποτέλεσμα που μπορεί να προκύψει από αυτό, μας στερεί από τη σοφία να δούμε πίσω από τα φαινόμενα τα γενόμενα. Μας στερεί, δηλαδή, τη δυνατότητα να δούμε τα πνευματικά εξογκώματά μας που χρειάζονται θεραπεία, την αγάπη του Θεού μας που με τα φάρμακα αυτά μας χαρίζει την υγεία κι άρα αυτό που θέλουμε στο βάθος της ύπαρξής μας.

Όσοι είχαν αυτή τη σοφία μπόρεσαν να αξιοποιήσουν την ασθένεια, που τους ήλθε απρόσμενα, την αδικία που τους επιβλήθηκε, τη φυλακή που πέρασαν, την κακοπάθεια που δεν περίμεναν, την ψυχική οδύνη που γεύτηκαν. Και βγήκαν πιο σοφοί, πιο δυνατοί, με χαρίσματα που δεν είχαν, με αρετές που δεν μπορούσαν προηγουμένως ν’ αποκτήσουν.

Αντιθέτως, όσοι έμειναν στο «γιατί» και στη θέα των γεγονότων, στην επιφανειακή θεώρηση των δοκιμασιών, γέμισαν με μιζέρια, με κατάθλιψη, με απόγνωση. Πέρασαν το πρόβλημα χωρίς αποτέλεσμα, άσκοπα και ανώφελα.

Φαίνεται πως δεν είναι στο χέρι μας να καθορίσουμε ποια και σε ποιο βαθμό θα έχουμε τη δοκιμασία. Είναι, όμως, στο χέρι μας να καθορίσουμε τον τρόπο που θα τη δεχτούμε, που θα την αντιμετωπίσουμε, για να μπορέσουμε, τελικά, ν’ ανακαλύψουμε τον «κρυμμένο θησαυρό».

 

 

Subscribe to Email